Subject | English | Greek |
chem. | ablative plastics | θερμοπλαστικά |
chem. | ablative plastics | θερμοπλαστική ύλη |
chem. | ablative plastics | αγώγιμα πλαστικά |
industr., construct., chem. | abrasion resistant plastic surfacing | αντιτριβική πλαστική επένδυση |
industr., construct., chem. | acrylic plastic | ακρυλικό |
life.sc. | active state of plastic equilibrium | ενεργός κατάστασις πλαστικής ισορροπίας |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | πλαστικός αφρός |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | alveolar plastic | αφρώδες πλαστικό |
industr., construct., chem. | amino plastics | αμινοπλαστικά |
chem. | artificial plastic | πλαστική μεμβράνη |
industr. | association of plastic goods producers | ένωση επεξεργαστών πλαστικών υλών |
gen. | Association of Plastics Manufacturers in Europe | Ενωση Παραγωγών Πλαστικών Υλών στην Ευρώπη |
agric. | baling plastic twin | πλαστικός σπάγγος |
med. | Barnes plastic of the bladder neck | πλαστική του πυθμένος της ουροδόχου κύστεως κατά BARNES |
med. | Bastos-Ansart deltoideus plastics | πλαστική του δελτοειδούς μυός κατά BASTOS-ANSART |
med. | Bayer plastic achillotenotomy | πλαστική του αχιλλείου τένοντος κατά BAYER |
med. | Berger rectovaginal plastic surgery | ορθοκολπική πλαστική χειρουργική κατά BERGER |
chem. | bio-plastic | βιο-πλαστικό |
chem. | biodegradable plastic | βιοδιασπώμενο πλαστικό |
agric., industr., construct. | black plastic film | μαύρο πλαστικό φύλλο |
agric., industr., construct. | black plastic film | μαύρο πλαστικό φιλμ |
industr., construct., chem. | blown plastic | φυσητό πλαστικό |
med. | Bruns plastic operation | πλαστική εγχείρηση |
med. | Bruns plastic operation | πλαστική εγχείρηση χειλέων Bruns |
med. | bulbocavernous lobe-plastic operation | πλαστική εγχείρηση βολβοσηραγγώδους σώματος |
med. | calvarial plastic surgery | πλαστική εγχείρησις του εγκεφαλικού κρανίου |
industr., construct., chem. | casein plastic | καζεϊνικά πλαστικά |
mater.sc., chem. | cellular plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | cellular plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | cellular plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | cellular plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | cellular plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | cellular plastic | πλαστικός αφρός |
industr., construct., chem. | cellulose plastic | πλαστικά της κυτταρίνης |
mater.sc., chem. | cellulosic plastic | πλαστικό από αναγεννημένη κυτταρίνη |
industr., construct., chem. | chlorinated plastic | χλωριωμένο πλαστικό |
agric., industr., construct. | clear plastic film | διαφανές πλαστικό φύλλο |
immigr., tech. | clear plastic laminate | πλαστικοποίηση |
chem., el. | closed-cell foamed plastic | κυψελοειδές πλαστικό με κλειστές κυψελίδες |
chem., el. | closed-cell foamed plastic | αφρώδες πλαστικό με κλειστές κυψελίδες |
gen. | coated with plastics | επενδυμένα με πλαστικές ύλες |
construct. | coating on basis of epoxy plastics | επικάλυψη με βάση τα εποξειδικά πλαστικά |
environ. | coating with plastic resin | επένδυση με πλαστική ρητίνη |
transp., polit. | cold applied plastic | πλαστικό εφαρμοζόμενο εν ψυχρώ |
industr., construct., chem. | commodity plastics | πλαστικά γενικής χρήσης |
mater.sc., chem. | composite plastic | σύνθετο πλαστικό |
mater.sc., chem. | composite plastic | ενισχυμένο πλαστικό |
transp., avia. | Convention on the Marking of Plastic Explosives for the purpose of Detection | Σύμβαση για τη σήμανση πλαστικών εκρηκτικών με σκοπό τον εντοπισμό τους |
chem. | Convention on the Marking of Plastic Explosives for the Purpose of Detection | Σύµβαση για τη σήµανση πλαστικών εκρηκτικών µε σκοπό τον εντοπισµό τους |
med. | corpora cavernosa plastic induration | νόσος van Buren (induratio penis plastica) |
med. | corpora cavernosa plastic induration | πεϊκή ινωμάτωση (induratio penis plastica) |
med. | corpora cavernosa plastic induration | πεϊκή ίνωση (induratio penis plastica) |
med. | corpora cavernosa plastic induration | σταβισμός πέους (induratio penis plastica) |
med. | corpora cavernosa plastic induration | πεϊκή σκλήρυνση (induratio penis plastica) |
med. | corpora cavernosa plastic induration | νόσος Peyronie (induratio penis plastica) |
med. | cross-finger plastic operation | πλαστική επέμβασις επί της διασταύρωσης των δακτύλων |
med. | cross-leg plastic operation | πλαστική επέμβασις επί της διασταύρωσης των σκελών |
gen. | crystalline plastic | κρυσταλλικό πλαστικό |
econ. | cultivation under plastic | καλλιέργεια υπό κάλυψη |
med. | Denonvilliers plastic operation | πλαστική του Denonvilliers |
med. | Doederlein plastic flap operation | πλαστική του Doederlein |
med. | duodenal plastic operation | πλαστική του δωδεκαδακτύλου |
earth.sc., construct. | elasto plastic analysis | ελαστοπλαστική ανάλυση |
med. | Evans plastic operation | πλαστική εγχείρηση του Evans |
med. | eventration operation with plastic surgery | εγχείρηση κοιλιακής κήλης με πλαστική εγχείρηση |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | expanded cellular plastic | πλαστικός αφρός |
mater.sc., chem. | expanded plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | expanded plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | expanded plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | expanded plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | expanded plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | expanded plastic | πλαστικός αφρός |
el. | expansion-matched plastic | πλαστικό προσαρμοσμένου συντελεστή διαστολής |
chem., el. | extruded cellular plastic | εξωθούμενο κυψελοειδές πλαστικό |
chem., el. | extruded cellular plastic | εξωθούμενο αφρώδες πλαστικό |
transp., tech., law | extruded plastic product | πλαστικό προϊόν που παράγεται με εξώθηση |
transp. | fibreglass-reinforced plastic blade | πτερύγιο στροφείου από πλαστικό υλικό ενισχυμένο με υαλονήματα |
industr., construct., met. | fibrous glass reinforced plastic | πλαστικό ενισχυμένο με υαλόνημα |
IT, el. | filled plastic | πλήρες πλαστικό |
chem. | film of artificial plastic material | υμένας από τεχνητή πλαστική ύλη |
med. | flap plastics | πλαστικός κρημνός |
transp., tech., law | flexible plastic | εύκαμπτα πλαστικά |
transp., tech., law | flexible plastic glazing | τζάμι από εύκαμπτο πλαστικό |
transp., tech., law | flexible plastic glazing | εύκαμπτος πλαστικός υαλοπίνακας |
transp., tech., law | flexible plastic pane | εύκαμπτος πλαστικός υαλοπίνακας |
transp., tech., law | flexible plastic pane | τζάμι από εύκαμπτο πλαστικό |
gen. | flexible plastic tube | εύκαμπτο πλαστικό σωληνάριο |
chem. | fluorine plastics | φθοριούχος ρητίνη |
mater.sc., chem. | foam plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | foam plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | foam plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | foam plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | foam plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | foam plastic | πλαστικός αφρός |
industr. | foam plastics industry | βιομηχανία αφρωδών πλαστικών |
mater.sc., chem. | foamed plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | foamed plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | foamed plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | foamed plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | foamed plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | foamed plastic | πλαστικός αφρός |
fin., polit. | footwear with outer soles of rubber, plastics, leather or composition leather and uppers of leather | υποδήματα που έχουν τα εξωτερικά πέλματα από καουτσούκ, πλαστική ύλη, δέρμα φυσικό ή ανασχηματισμένο και το πάνω μέρος από δέρμα φυσικό |
earth.sc. | formation of plastic hinges | μόρφωση πλαστικών συνδέσμων |
earth.sc. | formation of plastic hinges | μόρφωση πλαστικών αρθρώσεων |
econ., agric. | frost resistant plastic cover | πλαστικό φύλλο ανθεκτικό στο ψύχος |
earth.sc. | fully plastic moment | ροπή πλαστικότητας |
med. | Füth vesicovaginal plastic closure | μέθοδος του Fϋth |
med. | Füth vesicovaginal plastic closure | κυστεοπλαστική του Fϋth |
health. | garment made from plastics | στολή από πλαστικά υλικά |
industr., construct., met. | glass fibre reinforced plastic | πλαστικό ενισχυμένο με υαλόνημα |
transp., tech., law | glass-plastics glazing | υαλοπίνακας από υαλοπλαστικό |
transp., tech., law | glass-plastics glazing | υαλο-πλαστικό τζάμι |
transp., tech., law | glass-plastics pane | υαλο-πλαστικό τζάμι |
transp., tech., law | glass-plastics pane | υαλοπίνακας από υαλοπλαστικό |
transp., tech., law | glass-plastics safety pane | υαλο-πλαστικό τζάμι ασφαλείας |
transp., tech., law | glass-plastics windscreen | υαλο-πλαστικός ανεμοθώρακας |
tech., chem. | glass reinforced plastic | πλαστικό ενισχυμένο με ίνες υάλου |
chem. | glass reinforced plastics | πλαστικό ενισχυμένο με ίνες γυαλιού |
nat.sc., chem., mech.eng. | Glass reinforced plastics - Measurement of hardness by means of a Barcol Impressor | Πλαστικά υλικά ενισχυμένα με γυαλί - Μέτρηση της σκληρότητας με χρήση του σκληρόμετρου διεισδύσεως Barcol |
med. | gold and plastic bridge tooth element | ενδιάμεσο δόντι γέφυρας με χρυσό και ρητίνη |
med. | Harmon deltoid plastic method | μέθοδος Harmon |
mater.sc. | in-line plastic bottle production | γραμμή παραγωγής πλαστικών φιαλών |
tech., chem. | international plastics notation | διεθνείς συντομογραφίες στα πλαστικά |
med. | Krukenberg plastic surgery of the opponens | πλαστική χειρουργική του αντιθετικού του μικρού δαχτύλου με την μέθοδο του Krukenberg |
industr., construct., chem. | laminated plastic sheet | επικολλητό πλαστικό |
earth.sc., agric. | lower plastic limit | κατώτατον όριον πλαστικότητος |
met. | machine for metal working by plastic deformation | μηχανικό εργαλείο που εργάζεται διά πλαστικής παραμορφώσεως |
mech.eng. | machine for moulding artificial plastics by blowing | μηχανή καλουπώματος τεχνητών πλαστικών υλών με εμφύσηση |
mech.eng. | machine for moulding artificial plastics by vacuum moulding | μηχανή καλουπώματος τεχνητών πλαστικών με καλούπωμα εν κενώ |
met. | machine for working by plastic deformation | μηχανικό εργαλείο που εργάζεται διά πλαστικής παραμορφώσεως |
chem. | mastic based on artificial plastic materials | στόκος με βάση τις πλαστικές ύλες |
industr., construct., chem. | melamine plastics | πλαστικά μελαμίνης |
el. | metal-shielded plastic transistor | τρανζίστορ πλαστικής συσκευασίας μεταλλικού προστατευτικού καλύμματος |
el. | metal-shielded plastic transistor | κρυσταλλοτρίοδος πλαστικής συσκευασίας μεταλλικού προστατευτικού καλύμματος |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | micro-cellular plastic | πλαστικός αφρός |
mech.eng. | mould for rubber or artificial plastic materials | μήτρα για καουτσούκ και πλαστικές τεχνητές ύλες |
mater.sc., chem. | moulded plastic material | χυτευμένο πλαστικό υλικό |
agric. | mulching with plastic film | κάλυψη με πλαστικό φύλλο |
IT | multilayer plastic film | φύλλο πολλαπλών στρώσεων από πλαστική ύλη |
industr., construct., chem. | non-rigid plastic | μαλακό πλαστικό |
gen. | nylon plastics | πλαστικά νάιλον |
chem., el. | open-cell foamed plastic | αφρώδες πλαστικό με ανοικτές κυψελίδες |
med. | opponens plastic surgery | αντιθετικοπλαστική |
med. | orbital floor plastic surgery | πλαστική του κογχικού εδάφους |
chem. | organic plastic | βιο-πλαστικό |
environ. | other plastics | ¶λλα πλαστικά |
life.sc. | passive state of plastic equilibrium | παθητική κατάστασις πλαστικής ισορροπίας |
med. | penile plastic induration | σκλήρυνση των σηραγγωδών σωμάτων του πέους (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | πεϊκή ίνωση (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | νόσος van Buren (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | πεϊκή σκλήρυνση (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | σταβισμός πέους (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | πεϊκή ινωμάτωση (induratio penis plastica) |
med. | penis plastic induration | νόσος Peyronie (induratio penis plastica) |
environ., chem. | photodegradable plastics | φωτοδιασπώμενα πλαστικά |
chem. | pigment of plastics | πιγμέντο πλαστικών |
agric. | plant tray in plastic | πλαστικό τελάρο για πολλά φυτοδοχεία |
nat.sc., agric. | planting under plastic | φύτευση κάτω από πλαστικό |
nat.sc., agric. | planting under plastic | τοποθέτηση σε φυτώριο κάτω από πλαστικό |
gen. | plastic anatomy | πλαστική ανατομική |
health. | plastic apron | πλαστική ποδιά σφαγείου |
ed. | plastic arts | πλαστικές τέχνες |
fin. | Plastic Arts Fund | ταμείο πλαστικών τεχνών |
fin. | Plastic Arts Fund | ταμείο για τη γλυπτική |
mater.sc. | plastic bag | σάκκος από φύλλο πλαστικού |
mater.sc. | plastic bag | σάκκος από πλαστική μεμβράνη |
met. | plastic behaviour of structure | διαμήκης πλαστικοποίηση |
met. | plastic behaviour of structure | πλαστική συμπεριφορά |
met. | plastic binder | συνδετική ύλη ρητίνης |
tech. | plastic binding | πλαστικό δέσιμο |
industr., construct., chem. | plastic bonding | συγκόλληση πλαστικών |
lab.law., agric. | plastic boot | πλαστικά άρβυλα |
industr., construct., chem. | plastic bottles defect | ελάττωμα πλαστικών φιαλών |
med. | plastic bronchitis | ινιδώδης βρογχίτιδα |
med. | plastic bronchitis | εξιδρωματική |
med. | plastic bronchitis | ψευδομεμβρανώδης βρογχίτιδα |
industr., construct., chem. | plastic cap | πλαστικό πώμα |
gen. | Plastic card embosser | Εκτυπωτής ανάγλυφης πλαστικής κάρτας |
environ. | plastic carrier bag | λεπτή σακούλα μεταφοράς |
el. | plastic case | πλαστικό περίβλημα |
el. | plastic clad fiber | ίνα πλαστικού περιβλήματος |
el. | plastic clad fibre | ίνα πλαστικού περιβλήματος |
el. | plastic clad silica fiber | οπτική ίνα οξειδίου του πυριτίου με πλαστικό περίβλημα |
el. | plastic clad silica fibre | οπτική ίνα οξειδίου του πυριτίου με πλαστικό περίβλημα |
chem., el. | plastic cladding | πλαστική επένδυση |
labor.org., chem. | plastic clay | πλαστική άργιλλος |
met. | plastic clay | πλαστικός πηλός |
industr., construct. | plastic clay | πλαστική άργιλος |
industr., construct., chem. | plastic cloth | πλαστικό ύφασμα |
industr., construct., chem. | plastic cloth | πλαστικό φύλλο |
nat.sc., agric. | plastic coated wire | σύρμα με πλαστική επένδυση |
industr. | plastic coating | πλαστικοποίηση |
agric. | plastic collecting net | πλαστικό δίχτυ συγκομιδής |
construct. | plastic concrete | πλαστικό σκυρόδεμα |
med. | plastic conjunctivitis | πλαστική επιπεφυκίτιδα |
med. | plastic conjunctivitis | μεμβρανώδης επιπεφυκίτιδα |
life.sc. | plastic consistency | πλαστική συνεκτικότης |
industr. | plastic container | πλαστικό κουτί |
mater.sc., chem. | plastic container | πλαστική συσκευασία |
industr., construct., chem. | plastic cup | πλαστικό κύπελλο |
met. | plastic deformation | πλαστική παραμόρφωση |
med. | plastic deformation | πλαστική παραμόρφωσις |
transp., mil., grnd.forc., mech.eng. | plastic deformation after releasing | πλαστική παραμόρφωση μετά την αποφόρτιση |
mater.sc. | plastic design | υπολογισμός σε θραύση |
agric., construct. | plastic drain | πλαστικός σωλήνας |
agric. | plastic ear tag and pliers | πλαστικό ενώτιο και λαβίδα |
life.sc. | plastic equilibrium | πλαστική ισορροπία |
transp., avia. | Plastic Explosives Convention | Σύμβαση για τη σήμανση πλαστικών εκρηκτικών με σκοπό τον εντοπισμό τους |
industr., construct., chem. | plastic fabric | ύφασμα από πλαστικές ίνες |
el. | plastic fiber | πλαστική ίνα |
el. | plastic fibre | πλαστική ίνα |
IT | plastic filler flat | αυγοθήκη από πλαστικό |
construct. | plastic filling lining | επένδυσις με πλαστικήν γέμισιν |
chem., mech.eng. | plastic film | πλαστικός υμένας |
chem. | plastic film | πλαστική μεμβράνη |
industr., construct., chem. | plastic film | πλαστικό φύλλο |
agric., industr., construct. | plastic film | πλαστικό φιλμ |
chem., mech.eng. | plastic film | μεμβράνη |
agric., industr., construct. | plastic film | φιλμ πλαστικού |
mater.sc. | plastic film silo | σιρός από πλαστική μεμβράνη |
mater.sc. | plastic film silo | εύπλαστος σιρός χορτονομής |
met. | plastic flow | πλαστική παραμόρφωση |
mater.sc., chem. | plastic foam | αφρώδη πλαστικά |
mater.sc., chem. | plastic foam | διογκωμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | εκταθέν κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | κυψελοειδές πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | πλαστικό με κοιλότητες |
mater.sc., chem. | plastic foam | πλαστικό με κουφάλες |
mater.sc., chem. | plastic foam | μικροκυτταρικό πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | κυψελώδης πλαστική ύλη |
mater.sc., chem. | plastic foam | εκταθέν αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | αφρώδες πλαστικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | αφρώδες πλαστικό υλικό |
mater.sc., chem. | plastic foam | πλαστικός αφρός |
industr., construct., chem. | plastic foaming | διόγκωση |
industr., construct., chem. | plastic foaming | διόγκωση αφρού |
industr., construct., chem. | plastic foaming | διόγκωση πλαστικού αφρού |
industr., construct., chem. | plastic foil | πλαστικό φύλλο |
industr., construct., chem. | plastic foil | πλαστικό ύφασμα |
IT, agric. | plastic foil roller | συσκευή εκτύλιξης πλαστικής μεμβράνης |
chem., met. | plastic formation | πλαστικός σχηματισμός |
life.sc., agric. | plastic frame | πλαστικό κάλυμμα |
transp., tech. | plastic-glass safety glazing | κρύσταλλο ασφαλείας από υαλοπλαστικό |
transp., tech., law | plastic glazing | πλαστικός υαλοπίνακας |
transp., tech., law | plastic glazing | υλικό πλαστικού τζαμιού |
transp., tech., law | plastic glazing | πλαστικό τζάμι |
transp., tech., law | plastic glazing material | πλαστικός υαλοπίνακας |
transp., tech., law | plastic glazing material | πλαστικό τζάμι |
transp., tech., law | plastic glazing material | υλικό πλαστικού τζαμιού |
transp., tech., law | plastic glazing pane | πλαστικός υαλοπίνακας |
transp., tech., law | plastic glazing pane | υλικό πλαστικού τζαμιού |
transp., tech., law | plastic glazing pane | πλαστικό τζάμι |
industr. | plastic hinge | πλαστικός σύνδεσμος |
industr. | plastic hinge | πλαστική άρθρωση |
agric., mech.eng. | plastic hose | πλαστικός σωλήνας |
met., mech.eng. | plastic injection moulding | διαμόρφωση πλαστικού με χύτευση |
environ., industr. | plastic input | πλαστική πρώτη ύλη |
gen. | plastic interlayer | Πλαστικό ενδιάμεσο φύλλο |
immigr., tech. | plastic laminate | πλαστικό διαφανές φύλλο |
met. | plastic laminating | επίχριση πλαστικού υλικού |
met. | plastic laminating | επίστρωμα πλαστικού υλικού |
industr., construct., chem. | plastic lap | Πλαστικός στιλβωτής |
el. | plastic leaded chip carrier | φορέας πλινθίου με πλαστικούς αγωγούς |
mater.sc., construct. | plastic limit | όριο πλαστικότητας |
met. | plastic making | διαμόρφωση αργίλου σε πλαστική μάζα |
chem. | plastic material | τεχνητή πλαστική ύλη |
chem. | plastic material | πλαστική ύλη |
gen. | plastic memory | πλαστική μνήμη |
agric. | plastic mesh tube | δικτυωτός κύλινδρος από πλαστικό |
agric. | plastic mulch | κάλυψη με πλαστικό φύλλο |
agric. | plastic mulch layer | συσκευή εκτύλιξης πλαστικού φύλλου |
chem. | plastic multi-layer | πλαστικό πολυστρωματικό υλικό |
life.sc., agric. | plastic net | πλαστικό δίχτυ |
mater.sc. | plastic neutral axis | ουδέτερος άξονας πλαστικότητας |
med. | plastic operation by means of gracilis muscle | πλαστική επέμβασις του λεπτού προσαγωγού μυ |
el. | plastic optical fiber | πλαστική οπτική ίνα |
el. | plastic optical fibre | πλαστική οπτική ίνα |
mater.sc., chem. | plastic package | πλαστική συσκευασία |
industr., construct., chem. | plastic pail | πλαστικό δοχείο |
chem. | plastic paints | συνθετικά χρώματα |
mater.sc., mech.eng. | plastic pallet | πλαστικός δίσκος φόρτωσης |
mater.sc., mech.eng. | plastic pallet | πλαστική παλέτα |
med. | plastic paraffin injection | πλαστική ένεσις παραφίνης |
med. | plastic phlebitis | συγκολητική φλεβίτιδα (phlebitis adhaesiva) |
med. | plastic phlebitis | αποφρακτική φλεβίτιδα (phlebitis adhaesiva) |
med. | plastic phlebitis | πλαστική φλεβίτιδα (phlebitis adhaesiva) |
agric., mech.eng. | plastic pipe | πλαστικός σωλήνας |
chem. | plastic plate | πλαστικό επίπεδο τεμάχιο |
med. | plastic plate | πλάκα ρητίνης |
industr., construct., chem. | plastic polish | Λείανση με πλαστικό στιλβωτή |
agric. | plastic pot | πλαστική γλάστρα |
met. | plastic pressing | πρεσάρισμα πλαστικής μάζας |
chem. | plastic property | πλαστική ιδιότητα |
el. | plastic quad flat pack | πλαστικό τετράγωνο επίπεδο πακέτο |
transp., mater.sc. | plastic range | περιοχή πλαστικής παραμόρφωσης |
met. | plastic range | πλαστική περιοχή |
life.sc., agric. | plastic range | εύρος πλαστικότητος |
life.sc. | plastic relief map | ανάγλυφος χάρτης από πλαστική ύλη |
industr., construct., chem. | plastic rod | πλαστική ράβδος |
agric. | plastic row cover | κάλυψη με πλαστικό φύλλο |
life.sc., agric. | plastic screen | πλαστικό κάλυμμα |
coal. | plastic sheath | πλαστικός σωλήνας |
coal. | plastic sheath | πλαστικό κέλυφος φυσιγγίου |
chem. | plastic sheet | πλαστικό φύλλο |
industr., construct., chem. | plastic sheet laminate | επικολλητό πλαστικό |
mater.sc. | plastic-sheet silo | εύπλαστος σιρός χορτονομής |
mater.sc. | plastic-sheet silo | σιρός από πλαστική μεμβράνη |
industr., construct., chem. | plastic sheeting | πλαστικό φύλλο |
agric. | plastic sheeting for slurry | πλαστικός σάκος υδαρούς κοπριάς |
transp., construct. | plastic sheeting underlay must be waterproof | Τα μονωτικά φύλλα πρέπει να είναι αδιάβροχα. |
agric., mater.sc. | plastic shopping bag | πλαστική σακκούλα |
mater.sc., construct. | plastic shrinkage of concrete | πλαστική συρρίκνωση του σκυροδέματος |
agric. | plastic silo | σιρός από πλαστικό |
agric. | plastic silo from bolted plastic panels | πλαστικός σιρός με βιδωτές πλάκες |
life.sc. | plastic silt | πλαστική ιλύς |
transp., tech. | plastic skeleton | πλαστικός σκελετός |
life.sc., agric. | plastic soil | συμπαγής γη |
life.sc., agric. | plastic soil | συμπαγές έδαφος |
chem., construct. | plastic soil-cement | πλαστικόν γαιοτσιμεντόμιγμα |
coal., met. | plastic stage | ζώνη πλαστικότητος |
life.sc., agric. | plastic state | κατάσταση πλαστικότητας |
agric. | plastic steaming film | πλαστικό φύλλο για αποστείρωση |
agric. | plastic steaming sheet | πλαστικό φύλλο για αποστείρωση |
agric. | plastic steaming-uncoiler | συσκευή εκτύλιξης πλαστικού φύλλου για αποστείρωση |
coal. | plastic stemming | επιγόμωση με εύπλαστο υλικό |
agric. | plastic sugar mixture | πολτώδης μάζα ζάχαρης |
agric. | plastic sugar mixture | μάζα ζάχαρης σε μορφή ζύμης |
industr., construct. | plastic surfaced laminated leather | δέρμα με πλαστική επικάλυψη |
med. | plastic surgery | πλαστική |
med. | plastic surgery | πλαστική χειρουργική |
med. | plastic surgery by a flap method | πλαστικοχειρουργικό κλείσιμο με κρημνό |
med. | plastic surgery of lips | πλαστική χειρουργική χειλέων |
med. | plastic surgery of lips | χειλεοπλαστική |
med. | plastic surgery of pelvic floor | περινεοπλαστική |
med. | plastic surgery of penis | πλαστική χειρουργική πέους |
med. | plastic surgery of penis | πεοπλαστική |
med. | plastic surgery of penis | φαλλοπλαστική |
med. | plastic surgery of the deltoid | πλαστική εγχείρηση του δελτοειδούς μυός |
med. | plastic surgery on the femoral head | πλαστική εγχείρησις της κεφαλής του μηριαίου |
med. | plastic surgery on the larynx | πλαστική εγχείρηση του λάρυγγα |
med. | plastic surgery to cure incontinence | πλαστική επέμβαση για αποκατάσταση της ακράτειας |
med. | plastic surgery to restore continence | πλαστική επέμβαση για αποκατάσταση της ακράτειας |
pharma., met. | plastic syringe | σύριγγα από πλαστικές ύλες |
agric. | plastic tank | πλαστικό δοχείο |
agric. | plastic tank | πλαστική δεξαμενή |
industr., construct., chem. | plastic tape | πλαστική ταινία |
coal., met. | plastic temperature zone | ζώνη πλαστικότητος |
el. | plastic transistor | τρανζίστορ με πλαστικό περίβλημα |
el. | plastic transistor | κρυσταλλοτρίοδος με πλαστικό περίβλημα |
mech.eng., construct. | plastic trunking | πλαστικό κανάλι διελεύσεως καλωδίων |
chem. | plastic tube | πλαστικός σωλήνας |
industr., construct., chem. | plastic tube sealing | συγκόλληση πλαστικού μαλακού σωληναρίου |
industr., construct., chem. | plastic tubing | πλαστικός σωλήν |
agric. | plastic twin | πλαστικός σπάγγος |
agric. | plastic vacuum clamp silo | οριζόντιος σιρός με πλαστικό κάλυμα,υπό κενό |
earth.sc., chem. | plastic viscosity | πλαστικό ιξώδες |
environ. | plastic waste Any discarded plastic (organic, or synthetic, material derived from polymers, resins or cellulose) generated by any industrial process, or by consumers | πλαστικά απορρίμματα |
environ. | plastic waste | πλαστικά απορρίμματα |
industr., construct. | plastic wood | στόκος ξύλου |
mater.sc. | plastic yield | πλαστική παραμόρφωση |
coal., met. | plastic zone | ζώνη πλαστικότητος |
gen. | plastic zone | πλαστική ζώνη |
fin., industr. | Plastics and Linoleums Export Promotion Council in India | συμβούλιο προώθησης των εξαγωγών πλαστικών και λινοταπήτων στην Ινδία |
industr., construct., chem. | plastics-clad silica fibre | Πλαστικοποιημένο υαλόνημα |
lab.law. | plastics foam machine operator | παρασκευαστής πλαστικής μάζας |
chem. | plastics in non-primary forms | πλαστικές ύλες σε μη πρωτογενή μορφή |
chem. | plastics in primary forms | πλαστικές ύλες σε πρωτογενή μορφή |
econ. | plastics industry | βιομηχανία πλαστικών |
industr., construct. | plastics laminate | πλαστικό φύλλο λαμιναρισμένου υφάσματος |
environ. | plastics particles | Σωματίδια πλαστικών |
industr., construct. | plastics plate | πλαστικός πάγκος |
industr., construct. | plastics plate | πλαστική πλάκα |
chem. | plastics plumber and fitter | συναρμολογητής |
chem. | plastics plumber and fitter | μονταριστής |
transp., tech., law | plastics-surfaced pane | τζάμι με πλαστική επικάλυψη |
chem. | plastics welder and fabricator | συγκολλητής και μεταποιητής πλαστικών υλών |
industr., construct. | plywood with foamed plastic core | αντεπικολλητή ξυλεία με πυρήνα αφρώδους πλαστικού |
earth.sc. | polarising spectacles fitted with plastic lenses | πολωτικά γυαλιά με γυαλί από πλαστική ύλη |
chem. | polycarbonate plastic | πολυκαρβονικό πλαστικό |
industr., construct., chem. | porous plastic | πορώδες πλαστικό |
coal., met. | post-plastic stage | μεταπλαστικόν στάδιον |
coal., met. | post plastic temperature zone | μεταπλαστικόν στάδιον |
coal., met. | pre-plastic stage | πρώτη εξαγωγή καυσαερίου |
stat., industr., construct. | processing of plastics | επεξεργασία πλαστικών υλών |
industr., construct. | processing of rubber and plastics | επεξεργασία ελαστικού και πλαστικών υλών |
agric. | propagation under plastic film | πολλαπλασιασμός κάτω από πλαστικό κάλυπτρο |
industr., construct., chem. | protein plastic | πρωτεϊνικό πλαστικό |
earth.sc., mech.eng. | pseudo-plastic liquid | ψευδοπλαστικό υγρό |
environ. | recyclable plastic | ανακυκλώσιμο πλαστικό |
environ. | recyclable plastic Plastic waste that can be transformed into new products | ανακυκλώσιμο πλαστικό |
mater.sc., chem. | reinforced plastic | ενισχυμένο πλαστικό |
mater.sc., chem. | reinforced plastic | σύνθετο πλαστικό |
chem. | reinforced plastic film | ενισχυμένη πλαστική μεμβράνη |
industr., construct., chem. | reinforced plastics | ενισχυμένο πλαστικό |
life.sc. | relief plastic | ανάγλυφος χάρτης από πλαστικό υλικό |
tech. | Rigid foam cellular plastics | σκληρός αφρός από συνθετικά υλικά |
transp., tech., law | rigid plastic | άκαμπτο πλαστικό |
industr., construct., chem. | rigid plastic | σκληρό πλαστικό |
transp., tech., law | rigid plastic double-glazed unit | μονάδα με διπλό τζάμι από άκαμπτο πλαστικό |
transp., tech., law | rigid plastic glazing | τζάμι από άκαμπτο πλαστικό |
transp., tech., law | rigid plastic glazing | άκαμπτος πλαστικός υαλοπίνακας |
industr., construct., chem. | rigid plastic sheeting | σκληρό πλαστικό φύλλο |
agric. | root stock grown in plastic bags | φυτάριο μεγαλωμένο σε πλαστικό σάκκο |
agric. | root stock grown in plastic bags | δενδρύλλιο αυξημένο σε νάυλον σακκούλα |
industr., construct. | roughing machine for plastic blocks | συσκευή λείανσης του πλαστικού προπλάσματος |
transp., tech., law | safety glazing coated with plastic | κρύσταλλο ασφαλείας με πλαστική επικάλυψη |
transp., tech., law | safety-glass pane faced with plastics material | υαλοπίνακας ασφαλείας επικαλυμμένος με πλαστικό |
transp., tech., law | safety-glass pane faced with plastics material | τζάμι ασφαλείας με πλαστική επικάλυψη |
industr., construct., chem. | saran plastics | πλαστικά Σάραν |
life.sc. | scribing on plastic | χάραξη επί πλαστικού φύλλου |
industr., construct., chem. | shrinkage of plastics | συστολή πλαστικών αντικειμένων |
agric. | silo from plastic covered material | σιρός από συνθετικό ιστό |
environ. | small plastics | Μικρά πλαστικά |
industr., construct., chem. | soft plastic sheeting | μαλακό πλαστικό φύλλο |
industr., construct., chem. | soya bean plastic | πλαστικό σόγιας |
industr., construct., chem. | sponge plastic | σπογγώδες πλαστικό |
gen. | Stationary cells with positive tubular plates in plastic-containers | Στοιχεία μόνιμης εγκατάστασης με θετικές σωληνωτές πλάκες σε πλαστικά δοχεία |
chem. | stiff plastic making | χύτευση σε στερεά μάζα |
construct. | structures of organic material, including plastics | κατασκευές οργανικών υλικών,συμπεριλαμβανομένων και των πλαστικών |
transp., met. | surface made entirely of plastic material | επιφάνεια εξ ολοκλήρου κατασκευασμένη από πλαστικό |
chem. | thermoplastic plastic | πλαστική θερμοπλαστική ύλη |
chem. | thermosetting plastic | πλαστική θερμοσκληραινόμενη ύλη |
met. | total plastic strain | ολική πλαστική επιμήκυνση |
gen. | transparent plastic | διαφανές πλαστικό |
med. | transparent plastic tent | σκηνή από διάφανη πλαστική ύλη |
el. | two-layer plastic encapsulation | εγκλεισμός σε δύο πλαστικά στρώματα |
el. | two-shot plastic encapsulation | εγκλεισμός σε δύο πλαστικά στρώματα |
earth.sc., agric. | upper plastic limit | ανώτατον όριον πλαστικότητος |
industr., construct., chem. | urethane plastic | πλαστικά ουρεθάνης |
mater.sc., chem. | vinyl plastics | πλαστικά από βινύλιο |
industr., construct., chem. | vinylidene plastic | πλαστικά βινυλιδενίου |
mater.sc., chem. | virgin plastic | παρθένο πλαστικό υλικό |
environ. | waste from the MFSU of plastics, synthetic rubber and man-made fibres | Απόβλητα από την ΠΔΠΧ πλαστικών, συνθετικού καουτσούκ και τεχνητών ινών |
environ. | waste from the plastic convertor industry | Απόβλητα από τη βιομηχανία μετατροπής πλαστικών |
environ. | waste plastics excluding packaging | Απόβλητα πλαστικά εξαιρούνται της συσκευασίας |
environ. | wastes from shaping and physical and mechanical surface treatment of metals and plastics | απόβλητα από τη μορφοποίησησφυρηλάτηση,συγκόλληση,πίεση,διέλκυση,τόρνευση και λιμάρισμα |
environ. | wastes from shaping and physical and mechanical surface treatment of metals and plastics | απόβλητα από τη μορφοποίηση και κατεργασία επιφανειών μετάλλων και πλαστικών |
environ. | Wastes from shaping and surface treatment of metals and plastics | Απόβλητα από τη μόρφωση και κατεργασία επιφανειών μετάλλων και πλαστικών |
environ. | wastes from shaping and surface treatment of metals and plastics | απόβλητα από τη μορφοποίηση και κατεργασία επιφανειών μετάλλων και πλαστικών |
environ. | wastes from the manufacture, formulation, supply and use of plastics, synthetic rubber and man-made fibres | απόβλητα από την ΠΔΠΧ πλαστικών,συνθετικού καουτσούκ και τεχνητών ινών |
environ. | wastes from the MFSU of plastics, synthetic rubber and man-made fibres | απόβλητα από την ΠΔΠΧ πλαστικών,συνθετικού καουτσούκ και τεχνητών ινών |
environ. | wood, glass and plastic | Ξύλο, γυαλί και πλαστικό |
environ. | wood, glass and plastic | ξύλο,γυαλί και πλαστικό |
med. | Wullstein abdominal wall plastics | πλαστική του κοιλιακού τοιχώματος κατά WULLSTEIN |