DictionaryForumContacts

   English
Terms containing cap | all forms | exact matches only
SubjectEnglishGreek
med.acrosomal capακρόσωμα
chem.active capενεργή κάψα
met.air capκάλυμμα ακροφυσίου
industr., construct., chem.anode capKουμπί ανόδου
nat.sc., el.anti-glare capαντιθαμβωτικό κάλυμμα
met., mech.eng.anvil-capπρόσδεση κάτω μέρους μήτρας σφυρηλασίας
coal., met.ascension pipe capκάλυμμα σωλήνος ανόδου
gen.assembly of the flitched beam and af the floor with the capσύνδεση της ξύλινης δοκού και του δαπέδου με την καλύπτρα
industr., construct.bathing capσκούφος λουτρού
el.bayonet capβάση μπαγιονέτ
industr., construct., met.bayonet cap finishστόμιο για πώμα μπαγιονέτ
mech.eng.bearing capκέλυφος εδράνου
mech.eng.bearing capκαπάκι-φωλιά εδράνου
mech.eng.bearing capκάλυμμα εδράνου
chem.bell capκάψα
transp., avia.blade tip capέμμορφο περίβλημα ακροπτερυγίου στροφείου
mater.sc.blank capπαρέμβυσμα
mater.sc.blank capημισύνδεσμος αποκοπής
mech.eng.blanking capκάλυμμα έμφραξης
coal., construct.blasting capπυροκροτητής μετά θρυαλλίδος
law, tech.blasting capπυροκροτητής' καψούλι
mech.eng.blind-off capπώμα ταπώματος
social.sc., health.blue capsοξύ
earth.sc.borehole of the old glacial capγεωτρήσεις στους παλαιούς παγετώνες
environ.bottle capπώμα φιάλης
environ.bottle cap No definition neededπώμα φιάλης
mater.sc., mech.eng.bottle capping machineπωματιστική μηχανή φιαλών
mater.sc., mech.eng.bottle with screw capφιάλη με σπειρωτό πώμα
mater.sc., mech.eng.bottle with screw capφιάλη με βιδωτό πώμα
transp.bow capασπίδα πλώρης
transp.box capπέλμα κυτιοειδούς δοκού
mech.eng.breaking out of connecting rod capκαταστροφή μεγάλου άκρου διωστήρα
mech.eng.breaking out of connecting rod capκαταστροφή εδράνου στροφάλου διωστήρα
social.sc., health.brown capsοξύ
chem.bubble-capκώδωνας παγίδευσης αερίου
chem.bubble-capκάψα
coal.bubble-cap trayδιάτρητος δίσκος
nat.sc.bubble cap trayημισφαιρικός δίσκος παφλασμού
chem., el.burner capκαλύπτρα καυστήρα
mech.eng.canister capping mechanismμηχανισμός τοποθετήσεως πώματος μεταλλικού δοχείου
el.cap and hood type insulatorμονωτήρας τύπου καλύμματος και στελέχους
el.cap and pin insulatorμονωτήρας επικαλύψεως και συγκρατήσεως
el.cap and pin insulatorμονωτήρας δίσκου και πείρου
environ.cap and tradeσύστημα με "ανώτατα όρια και δικαιώματα εμπορίας"
transp., el.cap-and-rod insulatorμονωτήρας με κάλυμμα και στέλεχος
environ.cap-and-trade systemσύστημα με "ανώτατα όρια και δικαιώματα εμπορίας"
mech.eng.cap bearingμισό έδρανο στροφάλου
agric., coal.cap blockυπέρτονον
fin.to cap, cappingπροσαρμόζω
fin.to cap, cappingπροσαρμογή
life.sc.cap cloudλοφιόμορφο νέφος
coal., mech.eng.cap crimperλαβίδα σύνδεσης
med.cap dowel crownτεχνητή κυπελλοειδής στεφάνη οδόντος
industr., construct., met.cap gaugeελεγκτής στομίου
commun.cap heightύψος κεφαλαίων στοιχείων
mater.sc., mech.eng.cap hopperχωνί πωμάτων
fin.cap interest ratecap επιτοκίου
fin.cap interest rateσυμβόλαιο επιτοκίων τύπου cap
chem.cap jointσύνδεση με σχηματισμό σκαλιού
chem.cap jointσύνδεση με bayonnette
mech.eng.cap keyσωληνωτό κλειδί
mech.eng.cap keyκοίλο κλειδί περικοχλίων
mech.eng.cap-nutτυφλό περικόχλιο
mech.eng.cap-nutπερικόχλιο προστασίας
mech.eng.cap nutκοχλιωτό πώμα
med.cap of dental follicleκαλύπτρα οδοντικού θυλακίου
construct.cap plateπλάκα κεφαλής
transp.cap plyδιαγώνιο στρώμα οπλισμού πέλματος επισώτρου
earth.sc.cap rockστεγανó κάλυμμα
earth.sc.cap rock 1,2αδιαπέρατο πέτρωμα
earth.sc.cap rock 1,2αδιαπέρατο κάλυμμα
earth.sc.cap rock 1,2αδιαπέρατος σχηματισμός
earth.sc.cap rockπέτρωμα-κάλυμμα
mech.eng.cap screwμπουλόνι με παξιμάδι
mech.eng.cap screwμπουλόνι με περικόχλιο
mech.eng.cap screwκοχλίας συναρμολόγησης
forestr.cap screwκοχλίας allen
textilecap spinningκλώση καμπάνας
tech., industr., construct.cap-spinning machineκλώστρια με καπέλο
tech., industr., construct.cap-spinning machineκάψουλα
med.cap splintσταγονομετρική ρύσις
med.cap splintμεταλλικός νάρθηκας γνάθου
industr., construct., chem.cap starter brickΠυρίμαχο ρυθμίσεως ροής
commun., transp., nautic.cap stayδιαστήλιο σχοινί
met.cap strip seamμονόπλευρη διπλή επίπεδη σύνδεση με πατούρα
industr., construct., mech.eng.cap twisting frameστριπτική μηχανή με καμπάνα
coal., met.cap valveκάλυμμα σωλήνος ανόδου
mater.sc., construct.capping a test speciment of concreteεπιπεδοποίηση ενός δείγματος ελέγχου του σκυροδέματος
agric.capping knifeμελισσοκομικό μαχαίρι
construct.capping layerβελτιωμένο υπέδαφος
construct.capping layerβελτιωμένο έδαφος θεμελιώσεως
agric.capping machineμηχάνημα ταπώματος φιαλών
agric.capping of cellsεπιπωμάτωση των κυψελίδων
agric., chem.capping processμέθοδος αεροθαλάμου
mech.eng., construct.capping slabπλαξ καλύπτρα
construct.capping with extended returnεξωτερική γωνία
IT, dat.proc.caps lockπλήκτρο ενεργοποίησης κεφαλαίων
comp., MSCAPS LOCK keyπλήκτρο CAPS LOCK (A toggle key that, when on, shifts the alphabetic characters on the keyboard to uppercase)
agric.cell capπώμα κελλιού
health.cervical capαυχενική καλύπτρα
industr., construct., chem.child resistant capπώμα προστασίας παιδιών
med.chin capπεριγναθίς
sociol., PRcloth cap schemeταμείο που δημιουργείται από εισφορές εργαζομένων και εργοδότη για όφελος των εργαζομένων
med.collagenous capκολλαγονώδες κάλυμμα
construct.column capκεφαλή στύλου
mech.eng., construct.combined capping slabσυνδεδυασμένη πλαξ καλύπτρα
transp., construct.connection of cap to head of pileσύνδεση καλύπτρας στην κεφαλή του πασσάλου
mech.eng.coolant nozzle protective capπροστατευτικό πώμα ακροφυσίου ψυκτικού μέσου
mech.eng.cooling capκαλύπτρα ψύξεως
med.cradle capσμηγματόρροια του τριχωτού της κεφαλής των νεογνών (crusta lactea)
industr., construct.crescent toe-capσκληρό σχήματος μισοφέγγαρου
industr., construct.crescent toe-capπεταλοειδές σκληρό
industr., construct., chem.cross capΣταυρός λεκάνης εργασίας
agric., food.ind.crown capκάψουλα
agric., food.ind.crown capκαψύλλιο
agric., food.ind.crown capμεταλλικό πώμα
agric., food.ind.crown capπώμα κράουν
mater.sc.curled capπώμα περιστροφικού κλεισίματος
mater.sc.cylinder capπώμα φιάλης
coal., chem.delay electric blasting capηλεκτρικό καψύλλιο με επιβράδυνση
gen.Di-cap storageΜνήμη Di-cap
earth.sc., el.dimmer capτζαμάκι
earth.sc., el.dimmer capτζάμι
earth.sc., el.dimmer capτρίφυλλο καπάκι μείωσης φωτισμού
earth.sc., el.dimmer capγυάλινο καπάκι
earth.sc., el.dimmer capτρίφυλλο καπάκι μετρίασης φωτεινότητας
mech.eng., el.distributor capκαπάκι διανομέα
mech.eng.dome capπροστατευτικό κάλυμμα στον ατμοθάλαμο
transp., construct.driving cap for concrete pileκεφαλή πασσάλου από σκυρόδεμα
transp., construct.driving cap for pipe pileκεφαλή σωληνοειδούς πασσάλου
mech.eng.dust capπώμα σκόνης
mater.sc.easy open capκαπάκι ευκολίας
industr., construct.embroidered capδιάτρητο σκληρό
industr., construct.embroidered capδιάτρητη πούντα
industr., construct.embroidered capδιάτρητη μύτη
gen.end capπυθμήν
agric., mech.eng.end capπώμα στο τέλος της γραμμής άρδευσης
agric., mech.eng.end capτελικό πώμα
gen.end capτερματικό πώμα
gen.end capπώμα πέρατος
met.end cap deformationπαραμόρφωσις του τερματικού πώματος
industr., construct.end-stone capκοκκοράκι
industr., construct.end-stone capπλάκα του αντιστροφέα του ταλαντευτήρα
fin.equity capανώτατο πλαφόν αξίας κεφαλαίου
nat.res.false death capαμανίτης κίτριος (Amanita citrina)
mech.eng.filler-capκαπάκι στομίου πλήρωσης δοχείου καυσίμου
mech.eng.filler-capκαπάκι δοχείου καυσίμου
astronaut., transp.filler capΠώμα πλήρωσης
mech.eng.filler capκαπάκι στομίου πλήρωσης ψυγείου
mater.sc., mech.eng.filler capδοσομετρικός κοχλίας
el.fitting of capsσυναρμολόγηση ακροδεκτών
agric.floating capεπιπλέων πίλος; επιπλέουσα στιβάδα καταλοίπων
agric.floating capκαπέλλο που επιπλέει
agric.floating capεπιπλέουσα στιβάδα καταλοίπων
transp.frame capπέλμα νομέα
transp.frame capπέλμα διατομής νομέα
chem.friction percussions capεμπύρευμα τριβής
astronaut., transp.fuel filler capΠώμα πλήρωσης καυσίμου
mech.eng.fuel tank capκαπάκι στομίου πλήρωσης δοχείου καυσίμου
mech.eng.fuel tank capκαπάκι δοχείου καυσίμου
astronaut., transp.fuel tank capΠώμα δεξαμενής καυσίμου
industr., construct.full capμερική αναγόμωση
industr., construct.full-cappingαναγόμωση
coal., mining., chem.fulminant capκαψύλιο
coal., mining., chem.fulminant capεμπύρευμα
gen.fulminant capκροτικό καψύλιο
coal., mining., chem.fulminating capκαψύλιο
coal., mining., chem.fulminating capεμπύρευμα
gen.fulminating capκροτικό καψύλιο
coal., construct.fuse capπυροκροτητής μετά θρυαλλίδος
gen.gas capθύλακας αερίου
gen.gas-capαεριοκάλυμμα
gen.gas-capθύλακας αερίου
gen.gas capαεριοκάλυμμα
fin.Global Cap Authorityολική έγκριση "καπ"
fin.GNP capping levelσυντελεστής προσαρμογής του ΑΕΠ
el.goliath capβάση λυχνίας μεγάλων διαστάσεων
industr., construct.goose-bill capτριγωνική μύτη
industr., construct.goose-bill capμύτη τριγωνικού σχήματος
coal., met.gooseneck capκάλυμμα σωλήνος ανόδου
transp., mech.eng.graduated release capκάλυμμα συστήματος βαθμιαίας χαλάρωσης
social.sc., health.green capsοξύ
mater.sc.guarantee capπώμα ασφαλείας
mater.sc.guarantee capεπίπωμα
coal., mech.eng.hand cap crimperλαβίδα σύνδεσης
agric., polit."Health Check" of the CAP reform"Τσεκ απ" της κοινής γεωργικής πολιτικής
agric., polit."Health Check" of the CAP reformδιαγνωστικός έλεγχος της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής
mech.eng.hexagon socket head cap screwκοχλίας με κεφαλή εσωτερικού εξαγώνου
mech.eng.hexagon socket head cap screwκοχλίας με κεφαλή εσωτερικού εξαγωνικού κυαθίου
mech.eng.hexagonal socket head cap screwκοχλίας με κεφαλή εσωτερικού εξαγωνικού κυαθίου
mech.eng.hexagonal socket head cap screwκοχλίας με κεφαλή εσωτερικού εξαγώνου
polit., agric.High Level Working Party on CAP reformΟμάδα Υψηλού Επιπέδου "Μεταρρύθμιση της ΚΓΠ"
forestr.hirschman capπροστατευτικό κάλυμμα ακροδεκτών
industr., construct.hot cappingθερμή αναγόμωση
construct.house-block capαντιμηρμυγκική ασπίς
mech.eng.hub capκαπάκι πλήμνης
mech.eng.hub capκάλυμμα πλήμνης
earth.sc.ice capκάλυμμα πάγου
mech.eng.ignition distributor capκαπάκι διανομέα σπινθηρισμού
earth.sc.impermeable cap rockπέτρωμα-κάλυμμα
earth.sc.impermeable cap rockστεγανó κάλυμμα
chem.inactive capανενεργή κάψα
nat.sc., agric.ink capκοπρίνος (Coprinus)
fin.interest rate capcap επιτοκίου
fin.interest rate capσυμβόλαιο επιτοκίων τύπου cap
mech.eng., construct.isolated capping slabμεμονωμένη πλαξ καλύπτρα
transp.junction capπέλμα σύνδεσης
med.knee capεπιγονατίδα (patella)
el.lamp capκάλυκας λαμπτήρα
el.lamp capκάλυκας ηλεκτρικής λάμπας
gen.Lamp capΚάλυκας λαμπτήρα
environ.landfill cappingεπιφανειακή στεγανοποίηση
econ., commer., polit.large capυψηλή κεφαλαιοποίηση
transp.leading edge capκέλυφος μετώπου προσβολής πτερυγίου στροφείου
nat.res.liberty capμανιτάρι (Psilocybe cubensis, Psilocybe cubensis, Psilocybe semilanceata, psilocybe)
fin.life capπλαφόν επιτοκίου δανείου
fin.life capανώτατο όριο επιτοκίου δανείου
industr., construct.lower cap end-pieceπλάκα του αντιστροφέα
fin., busin., labor.org.market capχρηματιστηριακή αξία
econ., commer., polit.mega capπολύ υψηλή κεφαλαιοποίηση
environ.melting of the ice capsτήξη των κορυφών των παγόβουνων
med.methylated capμεθυλιωμένο κάλυμμα
econ., fin.mid-cap companyεταιρεία μεσαίας κεφαλαιοποίησης
agric., mater.sc.milk bottle capping machineπωματιστική μηχανή φιαλών γάλακτος
coal., mech.eng.millisecond delay electric blasting capεπιβραδυντικός πυροκροτητής κλάσματος δευτερολέπτου
el.miniature capμινιατούρα
el.miniature capβάση λυχνίας πολύ μικρών διαστάσεων
el.miniature Edison screw capμινιόν
el.miniature Edison screw capείδος βάσεως λυχνίας πολύ μικρών διαστάσεων
med.moss capκαλύπτρα ρίζας
med.moss capκαλύπτρα
transp., mech.eng.nose capθόλος ομφαλού έλικα
met.nozzle capκάλυμμα ακροφυσίου
agric.nozzle capπερικόχλιο σύσφιγξης ακροφυσίου
agric.nozzle disc capπερικόχλιο δίσκου ακροφυσίου
industr., construct.nurse's capκάλυμμα κεφαλής νοσοκόμας
mech.eng.oil filler capοπή πλήρωσης λαδιού
mech.eng.oil filler capαγωγός πλήρωσης λαδιού
mech.eng.oil indicator capτάπα με ένδειξη στάθμης ελαίου
chem.ordinary percussion capσύνηθες καψούλι
chem., el.orifice capκεφαλή εγχυτήρα με εσωτερικό σπείρωμα
nat.sc., agric.oyster capπλευρωτός ο οστρεώδης (Pleurotus ostreatus)
IT, el.package capκάλυμμα συσκευασίας
mech.eng.pedestal capκαπάκι-φωλιά εδράνου
gen.percussion capκροτικό καψύλιο
gen.percussion capκαψύλιο
gen.percussion capεμπύρευμα
industr., construct.perforated toe capδιάτρητο ψίδι
med.peroneal capπερονική καλύπτρα
med.phrygian capφρυγικός σκούφος
construct.pile capκεφαλή πασσάλου
construct.pile capπέλμα επί πασσάλων
el.pin capβάση με ακίδες
med.plaster capγύψινη καλύπτρα
industr., construct., chem.plastic capπλαστικό πώμα
agric.plunging the capκαταβύθιση του καπέλλου
agric.plunging the capθραύση του πίλου; ρήξη του πίλου; βύθιση στιβάδας καταλοίπων
agric.plunging the capβύθιση στιβάδας καταλοίπων
industr., construct.pointed toe-capμυτερή πούντα
environ., geogr.polar capπολικό πιλίδιο κάλυμμα
el.polar cap absorptionαπορρόφηση πολικού καλύμματος
nat.sc.Polar Cap Radarπολικός ραδιοεντοπιστής
industr., construct.polishing capκάλυμμα στιλβωτικών εργαλείων
industr., construct., met.port capοροφή πόρτας καυστήρα
industr., construct., met.port cap rakeθόλος λαιμού καυστήρα
el.prefocus capβάση προεστίασης
mater.sc.press-on twist off capμεταλλικό πώμα συσκευασίας υπό κενό
commer., fin.price capανώτατη τιμή
el.projection welded capκέλυφος ηλεκτροσυγκολλούμενο μέσω προεξοχών
mech.eng.propeller capκάλυμμα του άξονα
mech.eng.propeller capκάλυμμα της ελικοφόρου ατράκτου
mech.eng.propeller cap nutπερικόχλιο καλύμματος του άξονα
mech.eng.propeller cap nutπερικόχλιο καλύμματος της ελικοφόρου ατράκτου
mater.sc.protecting capεπίπωμα
mater.sc.protecting capπώμα ασφαλείας
transp., mech.eng.protective capπροστατευτικό κύπελλο
gen.protective capπροφυλακτήρας της κεφαλής
agric.punching the capθραύση του πίλου; ρήξη του πίλου; βύθιση στιβάδας καταλοίπων
agric.punching the capκαταβύθιση του καπέλλου
agric.punching the capβύθιση στιβάδας καταλοίπων
mech.eng.radiator capκαπάκι στομίου πλήρωσης ψυγείου
forestr.radiator capτάπα ψυγείου
commun.receiver capακουστικό
commun.receiver capακουστικό χειροσυσκευής
econ.reform of the CAPμεταρρύθμιση της ΚΓΠ
agric.renationalization of the CAPεπανεθνικοποίηση της ΚΓΠ
transp., mech.eng.reservoir capκάλυμμα του δοχείου
industr., construct.ridged toe-capπούντα με ακμές
industr., construct.ridged toe-capμύτη με γωνίες
industr., construct.ridged toe-capμύτη με ακμές
life.sc., agric.rocket with detachable explosive capπύραυλος με αποσπώμενο εκρηκτικό
nat.sc.root-capκαλύπτρα ρίζης (pileorrhiza)
med.root capκαλύπτρα ρίζας
med.root capκαλύπτρα
mech.eng.rubber terminal capελαστικό σωληνωτό κάλυμμα ακροδέκτη
mech.eng.running out of big end bearing capκαταστροφή εδράνου στροφάλου διωστήρα
mech.eng.running out of big end bearing capκαταστροφή μεγάλου άκρου διωστήρα
mater.sc.safeguarding capπώμα ασφαλείας
mater.sc.safeguarding capεπίπωμα
nat.sc., agric.scaly and cracked capsλεπίδιασμα πίλων
mech.eng.screw capτυφλό περικόχλιο
mech.eng.screw capπερικόχλιο προστασίας
stat., lab.law., el.screw capβιδωτή βάση
commer.Screw capΒιδωτό πώμα
chem.screw capβιδωτό πώμα
mater.sc., mech.eng.screw-cap bottleφιάλη με σπειρωτό πώμα
mater.sc., mech.eng.screw-cap bottleφιάλη με βιδωτό πώμα
mech.eng.screwed capπερικόχλιο προστασίας
mech.eng.screwed capτυφλό περικόχλιο
mater.sc.screw-type blank capτσιμούχα
mater.sc.screw-type blank capκοχλιωτός ημισύνδεσμος αποκοπής
mater.sc.screw-type blank capκοχλιωτό πώμα
nat.sc., agric.shaggy capκοπρίνος (Coprinus comatus)
life.sc.shielded capκαλύπτρα
lab.law.shoe with additional protective toe-capυποδήματα με συμπληρωματική προστασία του άκρου του ποδιού
coal.sismograph electric blasting capσεισμογραφικό ηλεκτρικό καψύλλιο
med.skull-capοροφή του κρανίου
med.skull capεγκεφαλικό κρανίο (calvaria)
med.skull capοροφή κρανίου (calvaria)
med.skull capθόλος κρανίου (calvaria)
fin."small cap" investment fundεταιρεία επενδύσεων σε επιχειρήσεις μικρής κεφαλαιοποίησης
fin.small cap stockμετοχή εταιρείας μικρής κεφαλαιοποίησης
fin.small cap stockμετοχή εταιρείας χαμηλής κεφαλαιοποίησης
comp., MSsmall capsμικρά κεφαλαία (A font effect in which lowercase text appears as capital letters in a reduced font size)
agric., mater.sc.snap capπώμα πίεσης
industr., construct., chem.snap-cap finishΠώμα θερμοπλαστικό
industr., construct., chem.snap-cap ringΠώμα θερμοπλαστικό
chem., el.sniffer pipe capκαλύπτρα αγωγού εξαερισμού
industr., construct., chem.socket capΓυάλινο πώμα
transp.spar capπέλμα πρόσθετης δοκού
industr., construct.spring capδακτύλιος με ελατήριο
industr., construct.spring-type capδακτύλιος με ελατήριο
mech.eng.square socket head cap screwκοχλίας με κεφαλή εσωτερικού τετραγώνου
mech.eng.strainer capκαπάκι καθαρισμού
mech.eng.strainer capκαπάκι φιλτραρίσματος
mech.eng.strainer capκαπάκι διήθησης
transp.stringer capπέλμα δοκίδας
agric.submerged capκαταβυθισμένο καπέλλο
agric.submerged capβυθισμένος πίλος; βυθισμένη στιβάδα καταλοίπων
agric.submerged capβυθισμένη στιβάδα καταλοίπων
mech.eng.tank filler capκαπάκι δοχείου καυσίμου
mech.eng.tank filler capκαπάκι στομίου πλήρωσης δοχείου καυσίμου
met.taper fit electrode capκάλυμμα άκρου ηλεκτροδίου
hobby, industr., construct.tear off capαποκοπτόμενο επίρραμμα
industr.tear-off capκαψύλιο πωματισμού που σχίζεται
met.threaded electrode capσπειροειδές άκρο ηλεκτροδίου
mech.eng.threaded vented capκάλυμμα με σπείρωμα και οπές αερισμού
nat.sc., agric.tilted capκεκλιμένος πίλος
chem.toe capψίδι
industr., construct.toe-cap underlayπεταλάκι πούντας
mech.eng.top cap toggle systemσύστημα άρθρωσης περιβλήματος
mech.eng.top cap toggle systemσύστημα άρθρωσης καπακιού
chem.tunnel capορθογωνική κάψα
industr., construct., mech.eng.twofold cap trap twistingστριπτήριο τύπου προγνέστριας
industr., construct.uniform capπηλίκιο για στολές
met., mech.eng.valve capπώμα ρυθμιστού
mater.sc., mech.eng.valve capπροστατευτικό καπάκι βαλβίδας
mech.eng.valve spring capκαπάκι ελατηρίου βαλβίδας
mech.eng.valve spring capκάλυμμα ελατηρίου βαλβίδας
industr., construct.vamp with a simulated capψίδι με ψευτοπούντα
industr., construct.vamp with a simulated capψίδι με ψευτοποντίνι
industr., construct.vamp with double capψίδι με διπλό ποντίνι
industr., construct.vamp with double capψίδι με διπλό μασκαρέτο
industr., construct.vamp with double capψίδι με διπλή πούντα
hobby, transp.vent capκαλύπτρα αεραγωγού
fin.volatility capανώτατο όριο μεταβλητότητας
industr., construct.waitress's capκάλυμμα κεφαλής σερβιτόρας
mater.sc.watertube capπώμα επιθεώρησης υδραυλών
life.sc., el.white capsπροβατάκια
life.sc., el.white capsπρóβατα
agric.wire capσύνδεσμος
transp., construct.wood cappingξύλινη επικάλυψη στηρίγματος τρόπιδος
social.sc., health.yellow capsοξύ