DictionaryForumContacts

   English
Terms for subject Medical containing activated | all forms | exact matches only
EnglishGreek
activated atomενεργοποιημένο άτομο
activated carbonενεργοποιημένος άνθρακας
activated carrierενεργοποιημένος φορέας
activated charcoalενεργοποιημένος άνθρακας
activated enhancerενεροποιημένος ενισχυτής
activated opsinενεργοποιημένη οψίνη
activated opsinμεταροδοψίνη
activated precursorενεργοποιημένο πρόδρομο
activated ubiquitinενεργοποιημένη ουμπικιτίνη
activating enzymeενεργοποιό ένζυμο
caspase-activated DNaseDΝάση ενεργοποιούμενη από κασπάση
fluorescence-activated cell sorterφθορισμοενεργοποιούμενος διαχωριστής κυττάρων
fluorescence-activated cell sorterκυτταρικός διαλογέας ενεργοποιούμενος από φθορισμό
lymphocyte-activating factorπαράγοντας ενεργοποίησης λεμφοκυττάρων
lymphokine activated killerλεμφοκύτταρο φονέας ενεργοποιημένο από ιντερλευκίνη
lymphokine-activated killer cellκύτταρο LAK
lymphokine-activated killer cellλεμφοκινοενεργοποιημένο φονικό κύτταρο
Macrophage Activating Factorπαράγοντας ενεργοποίησης μακροφάγων
mitogen-activated protein kinaseκινάση MAP
mitogen-activated protein kinaseπρωτεϊνική κινάση ενεργοποιούμενη από μιτογόνα
non-activated lymphocyteπαρθένο λεμφοκύτταρο
non-activated lymphocyteμη ενεργοποιημένο λεμφοκύτταρο
non-activated lymphocyteαθώο λεμφοκύτταρο
nuclear factor of activated T cellsπυρηνικός παράγοντας ενεργοποιημένων Τ κυττάρων
receptor-activated channelδίαυλος ενεργοποιούμενος από υποδοχέα αύλου
tumor-derived activated cellλεμφοκύτταρο til