Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Spanish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W X
Y
Z
Ñ
Í Ì Á É Ó Ú Ü
>>
Terms for subject
Social science
(3423 entries)
acción sindical
εργασιακή κινητοποίηση
acción sindical
εργατική κινητοποίηση
acción social
κοινωνικές υπηρεσίες
acción social
κοινωνική εργασία
acción voluntaria desinteresada
αφιλοκερδής εθελοντική δράση
accionariado de los trabajadores
συμμετοχή των εργαζομένων στο μετοχικό κεφάλαιο
Acciones Comunitarias en favor de las Personas de Edad Avanzada
Κοινοτικές δράσεις υπέρ των ηλικιωμένων
acciones innovadoras de readaptación
καινοτόμοι θεματικές ενέργειες αποκατάστασης
aceite de cannabis
χασισέλαιο
aceite de hachís
χασισέλαιο
aceptabilidad social
κοινωνική αποδοχή
acetomorfina
διακετυλομορφίνη
acetomorfina
ηρωίνη
acogida e iniciación en el empleo
ενσωμάτωση στο εργασιακό περιβάλλον
acompañamiento socioeducativo
κοινωνικοεκπαιδευτική συνοδεία
acoso laboral
ηθική παρενόχληση
acoso moral
ηθική παρενόχληση
acoso psicológico
ηθική παρενόχληση
acoso sexual en el lugar de trabajo
οχλήσεις σεξουαλικής φύσεως στο χώρο εργασίας
acoso sexual en el puesto de trabajo
οχλήσεις σεξουαλικής φύσεως στο χώρο εργασίας
Get short URL