Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Spanish
⇄
Greek
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
Ñ Í Ì Á É Ó Ú Ü
>>
Terms for subject
Statistics
(7977 entries)
"baby boom"
ανάκαμψη της γεννητικότητας
a escala regional
περιφερειακά
a escala regional
σε περιφερειακή κλίμακα
aborigen
αυτόχθονας
aborigen
αυτόχθων
acabado de textiles
βιομηχανία επεξεργασίας υφασμάτων
acabado de textiles
φινίρισμα κλωστοϋφαντουργικό
acabado textil
φινίρισμα κλωστοϋφαντουργικό
acabado textil
βιομηχανία επεξεργασίας υφασμάτων
acceso a datos confidenciales
πρόσβαση σε εµπιστευτικά δεδοµένα
acción independiente
ανεξάρτητη δράση
acción similar
όμοια επενέργεια
aceitunas
ελιές
aceleración de cálculo por potenciación
επιτάχυνση με τροφοδοσία
acontecimiento en el estado civil
συμβάν στην ανθρώπινη ζωή
acortado
υποστρογγύλευση
activos y pasivos frente al exterior de la administración central
στοιχεία ενεργητικού και παθητικού της κεντρικής διοίκησης σε συνάλλαγμα
activos y pasivos frente al exterior de la economía
στοιχεία ενεργητικού και παθητικού της εθνικής οικονομίας σε συνάλλαγμα
activos y pasivos frente al exterior de las instituciones de crédito
στοιχεία ενεργητικού και παθητικού των πιστωτικών ιδρυμάτων σε συνάλλαγμα
adición de variables
εκτός των μεταβλητών
Get short URL