Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W X Y
Z
Ñ Í Ì Á É Ó Ú Ü
>>
Terms for subject
Politics
(2624 entries)
"la Dorsal"
"άξονας"; "κεντρική αρτηρία"
... la inclusión de un punto corresponde a la excepción por motivos de urgencia.
εγγραφή σημείου που εμπίπτει στην εξαίρεση λόγω επείγουσας ανάγκης
...han designado con tal fin como plenipotenciarios
...όρισαν προς το σκοπό αυτόν ως πληρεξουσίους
a puerta cerrada
κεκλεισμένων των θυρών
abandono de tierras de labor
πάγωμα των γαιών
abandono de tierras de labor
προσωρινή παύση καλλιέργειας γαιών
abogado autorizado para ejercer en uno de los Estados miembros
δικηγόρος, ο οποίος δικαιούται να ασκεί δικηγορία στο έδαφος κράτους μέλους
abogado general
Γενικός Εισαγγελέας
Abogado General saliente
απερχόμενος γενικός εισαγγελέας
abonar
(pagar)
sus propias costas
φέρω τα δικαστικά μου έξοδα
abusivo
χωρίς εύλογη αιτία
acceder a la demanda
κάνω δεκτή την αίτηση
accidente de explotación
ατύχημα εκμετάλλευσης
accidente de explotación
ατύχημα κατά την εκμετάλλευση
accidente ferroviario
σιδηροδρομικό ατύχημα
accidente no laboral
εξωεργατικά ατυχήματα
acción común
κοινή δράση
acción que carece manifiestamente de fundamento
αίτηση προφανώς αβάσιμη
accionista del BCE
μεριδιούχος της ΕΚΤ
aclarar las cuestiones controvertidas entre las partes
διευκρινίζω τα σημεία τα οποία αποτελούν το αντικείμενο της διαφοράς
Get short URL