Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
French
⇄
Greek
A
B
C
D
F
G
H
I
J
K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
Z
É
>>
Terms for subject
Forestry
(2922 entries)
acajou
μαόνι
accélérateur
μοχλός γκαζιού
accessoires
αξεσουάρ
Accessoires de casque
αξεσουάρ κράνους
accidenté
λοφώδης
accord de partenariat volontaire
Εθελοντική Συμφωνία Εταιρικής Σχέσης
(VPA)
όσον αφορά την Επιβολή της Δασικής Νομοθεσίας, τη Διακυβέρνηση και το Εμπόριο
(FLEGT)
Accoudoir
υποβραχιόνιο
Accoudoir
μπράτσο
accroissement annuel
ετήσιος δακτύλιος
accroissement en volume
προσαύξηση όγκου
accumulateur
δοχείο πιέσεως
accumulateur
δοχείο αδρανείας
action de génération
μέτρο
(δράση)
για αναγέννηση
adaptation à la station
προσαρμογή στο χώρο
adhérence au sol
πρόσφυση στο έδαφος
administration forestière
δασική διοίκηση και διαχείριση
affrêtement au terme
χρονοναύλωση
affuter
λιμάρω
agent en bois
αντιπρόσωπος ξυλείας
agent forestier
δασολόγος στη δημόσια δασική υπηρεσία
Get short URL