DictionaryForumContacts

   
B C DF G H I J K L M N O PR S T U VX Y Z À Á Â Æ Ç É È Ê Ë Î Ì Í Ï Ñ Ó Ò Ô Œ Û Ü Ú Ù Ÿ   >>
Terms for subject Business (591 entries)
à responsabilité limitée περιορισμένης ευθύνης
à terme ou à préavis προθεσμίας ή με προειδοποίηση
absorption (d'une société) συγχώνευση δι'απορροφήσεως
acceptations et engagements par endos d'effets réescomptés τίτλοι αποδοχής και υποχρεώσεις από οπισθογράφηση
accès au financement πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις
accès au financement πρόσβαση στη χρηματοδότηση
acquitter toutes les créances dans leur intégralité ικανοποιώ πλήρως όλες τις απαιτήσεις
acte juridique préjudiciable à un créancier δικαιοπραξία επιβλαβής για τον δανειστή
actif social καθαρό ενεργητικό
actifs corporels ενσώματα περιουσιακά στοιχεία' υλικά περιουσιακά στοιχεία
actifs gagés en garantie στοιχεία του ενεργητικού που έχουν δεσμευτεί για εγγύηση
actifs gagés ou remis en garantie στοιχεία του ενεργητικού που έχουν δεσμευτεί ή έχουν δοθεί ως εγγύηση
actifs qui ont un caractère subordonné μειωμένης εξασφαλίσεως απαιτήσεις του ενεργητικού
action à vote plural προνομιούχος μετοχή με πολλαπλή ψήφο
actionnaires ou associés μέτοχοι ή εταίροι
actionnaires, associés ou membres μέτοχοι, εταίροι ή μέλη (εταιρειών ελέγχου)
actions ou parts μετοχές ή μερίδια
actions ou parts dans le capital μετοχές ή μερίδια στο κεφάλαιο (της μητρικής επιχείρησης)
activité industrielle et commerciale βιομηχανική και εμπορική δραστηριότητα
activités en matière de prêts επιχειρηματικές δραστηριότητες στον τομέα της χορήγησης δανείων