Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
>>
Terms for subject
Human rights activism
(117 entries)
ταυτότητα φύλου
rodni identitet
Τέρμα στην εμπορία παιδιών και νέων για σεξουαλική εκμετάλλευση
Okončajmo dječju prostituciju, dječju pornografiju i trgovinu djecom u seksualne svrhe
Τέρμα στην εμπορία παιδιών και νέων για σεξουαλική εκμετάλλευση
kampanja za ukidanje prostitucije djece, pornografije i krijumčarenja
τρανς
transrodna osoba
τρανσεξουαλικότητα
transseksualnost
Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες
Visoki povjerenik Ujedinjenih naroda za izbjeglice
Ύπατος Αρμοστής των Ηνωμένων Εθνών για τους πρόσφυγες
Visoki povjerenik Ujedinjenih naroda za izbjeglice
αίτηση ασύλου
zahtjev za azil
αισθητηριακή αναπηρία
osobe s osjetilnim poteškoćama
αμφισεξουαλικός
biseksualna osoba
αμφιφυλοφιλία
biseksualnost
αμφιφυλόφιλος
biseksualna osoba
αντίρρηση συνείδησης
prigovor savjesti
αναγκαστική εργασία
prisilni ili obvezni rad
αναγκαστική παροχή τροφής
prisilno hranjenje
αναγκαστική σίτιση
prisilno hranjenje
ανεπιθύμητη σεξουαλική προσοχή
seksualno uznemiravanje
ανεπιθύμητη σεξουαλική προσοχή
spolno uznemiravanje
ανεπιθύμητη συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως
seksualno uznemiravanje
ανεπιθύμητη συμπεριφορά σεξουαλικής φύσεως
spolno uznemiravanje
Get short URL