DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   
Terms for subject Criminal law (16 entries)
άτομο που μεταφέρει κάποιον λαθραίως krijumčar ljudima
αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις policijska i pravosudna suradnja u kaznenim stvarima
δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις pravosudna suradnja u kaznenim stvarima
δράστης εμπορίας ανθρώπων trgovac ljudima
έγκλημα κατά της ειρήνης zločin protiv mira
Ευρωπαϊκή Αστυνομική Υπηρεσία Europski policijski ured
κατηγορούμενος optuženik
μεταμοσχευτικός τουρισμός transplatacijski turizam
μεταφορέας λαθρομεταναστών krijumčar ljudima
οικονομική εκμετάλλευση της γενετήσιας ζωής ανηλίκων seksualno iskorištavanje djece u komercijalne svrhe
που έχει κλαπεί, υπεξαιρεθεί ή απωλεσθεί; κλαπέν, υπεξαιρεθέν ή απωλεσθέν αντικείμενο ukradeni, nezakonito pribavljeni ili izgubljeni
πρόληψη της εγκληματικότητας sprečavanje kaznenih djela
πρόληψη του εγκλήματος sprečavanje kaznenih djela
στρατολόγηση regrutiranje
σεξουαλική εκμετάλλευση παιδιών για εμπορικούς σκοπούς seksualno iskorištavanje djece u komercijalne svrhe
Σύμβαση Unidroit για τα κλαπέντα ή παρανόμως εξαχθέντα πολιτιστικά αγαθά Konvencija o ukradenim ili nezakonito izvezenim kulturnim dobrima