Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
>>
Terms for subject
Marketing
(3233 entries)
"απαιτούμενη" απόσβεση
"verlangte" Abschreibung
"κατάστημα στο κατάστημα"
shop-in-shop
"καθυστερούμενη" απόσβεση
nachgeholte Abschreibung
"μη συνήθης" πρακτική πληρωμής
nicht übliche Zahlungsbedingung
"παιδικό" franchise
untergeordnetes Franchising
"ποζισιόν"
Kontenstand
"Πράσινος" εθνικός λογαριασμός
nationale Umweltbuchführung
...απεφάσισαν την δημιουργία μιας Eυρωπα2bκής Oικονομικής Kοινότητος
haben beschlossen,eine Europaeische Wirtschaftsgemeinschaft zu gruenden
Eιδικευμένος υπάλληλος
Hauptamtsgehilfe
Eπιτροπή Kαταγωγής
Ausschuss fuer Ursprungsfragen
Eπιτροπή Oνοματολογίας του Kοινού Δασμολογίου
Ausschuss fuer das Schema des Gemeinsamen Zolltarifs
Eπιτροπή Tελειοποιήσεως προς Eπανεξαγωγή
Ausschuss fuer den aktiven Veredelungsverkehr
Eπιτροπή Tελειοποίησης για Eπανεξαγωγή
Ausschuss fuer den aktiven Veredelungsverkehr
Eπιτροπή Δασμολογητέας Aξίας
Ausschuss fuer den Zollwert
franchise διανομής
Betriebsfranchise
franchise κατασκευής
Baufranchising
franchise παραγωγής
Herstellungsfranchising
franchise παραγωγού
Produktionsfranchising
franchise συνασπισμού ή διμερόυς συνδέσμου
geschlossenes Franchising
leasing στον τομέα των αυτοκινήτων
Kraftfahrzeugleasing
Get short URL