Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ Ω Ϊ
>>
Terms for subject
Insurance
(2104 entries)
"αδελφή" επιχείρηση
impresa "sorella"
"καλοί κίνδυνοι"
rischi ordinari
"πολλαπλό ασφαλιστήριο"
(ασφάλιση πλειόνων πράξεων έναντι παγίου ασφαλίστρου)
polizza di assicurazione di abbonamento
Eπιτροπή Λογαριασμών
Commissione dei conti
τα Λόυδς του Λονδίνου
Lloyd's di Londra
τα οικονομικό αποτέλεσμα της χρονιάς δεν έχει ακόμη προσδιορισθεί
anno di esercizio
τα οικονομικό αποτέλεσμα της χρονιάς δεν έχει ακόμη προσδιορισθεί
annualità assicurativa
τακτικά και απαραίτητα έξοδα
costi fissi
ταμείο αλληλεγγύης
fondo di solidarietà
Ταμείο αλληλοβοήθειας εργοδοτών
associazione dei datori di lavoro
Ταμείο ανικανότητας για εργασία
regimi pensionistici di invalidità
Ταμείο για τα συμπληρωματικά κέρδη
cassa integrazione guadagni
ταμείο για την επιδότηση των ανέργων
fondi per la disoccupazione
ταμείο εγγυήσεων
fondo di garanzia
Ταμείο οικογενειακών επιδομάτων
cassa unica per gli assegni familiari
ταμείο οικονομικής βοήθειας
fondo sussidi
ταυτόχρονη λήψη περισσότερων παροχών
cumulo
τελική καθαρή ζημία
perdita netta effettiva
τελική παροχή
bonus finale
τελική συμμετοχή
closed line
Get short URL