Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Danish
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
>>
Terms for subject
Labor law
(2889 entries)
ταχυδρομικός διανομέας
sorteringspersonale
τέταρτος αξιωματικός καταστρώματος
styrmand
τελάλης
offentlig udråber
τέλη νεωλκήσεως
beddingsudgifter
τέλη ρυμουλκήσεως στο λιμένα
bugserpenge i havn
τελώ εν υπηρεσία
i aktiv tjeneste
τεντωτής δερμάτων
garver
τεστ επαγγελματικού προσδιορισμού
erhvervsvalgs-modelforsøg
τεστ επαγγελματικών κλίσεων
erhvervsinteresseprøve
τεχνίτης ασφάλτου
asfaltarbejder
τεχνίτης διαύλων και προστασίας ακτών
faglært arbejdskraft i vandbygningsarbejder
τεχνίτης δικτύου σωληνώσεων
rørledningsarbejder
τεχνίτης δικτύου σωληνώσεων
rørlægger
τεχνίτης ζακάρ
jacquardvævtilbereder
τεχνίτης ζυμαρικών
makaroniarbejder
τεχνίτης ικριωμάτων
stilladsbygger
τεχνίτης κατασκευής ηλεκτροδίων
elektrodemager
τεχνίτης κατασκευής προϊόντων συσκευασίας
faglært arbejdskraft til fremstilling af emballage
τεχνίτης μεταλλικών κατασκευών στο εργαστήριο
pladesmed
τεχνίτης οδοποιός
faglært arbejdskraft i vejbygning
Get short URL