Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Polish
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
>>
Terms for subject
Medical
(1360 entries)
2,3,7,8 τετραχλωρο-διβενζο-παρα-διοξίνη
2,3,7,8-tetrachlorodibenzo-p-dioksyna
2,3,7,8-τετραχλωροδιβενζο-π-διοξίνη
2,3,7,8-tetrachlorodibenzo-p-dioksyna
AmpC β-λακταμάση
β-laktamaza typu indukcyjnego lub konstytutywnego
AmpC β-λακταμάση
β-laktamaza AmpC
B-γλυκανάση
betamaltaza
Eρεθιστικά δέρματος
substancja wywołująca podrażnienie skóry
in vivo δοκιμή μικροπυρήνων σε θηλαστικά
test mikrojądrowy na erytrocytach ssaków in vivo
in vivo δοκιμή μικροπυρήνων σε θηλαστικά
test mikrojądrowy
knockout ποντικός
mysz typu knock-out
ταινία
tasiemiec
ταινία
bąblowiec
τένοντας
ścięgno
τεχνική του άμεσα επιφθορίζοντος φίλτρου
bezpośrednia epifluorescencyjna technika filtracyjna
(DEFT)
τεχνική western blot
Western blot
τεχνική αυτοραδιογραφίας
technika autoradiograficzna
τεχνολογία υποβοηθούμενης αναπαραγωγής
technika wspomaganego rozrodu
τίτλος αντισωμάτων
miano przeciwciał
τιμή ενέργειας
wartość energii
τιμή ενέργειας
wartość energetyczna
τιμή παρεχόμενης ενέργειας
wartość energii
Get short URL