Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Greek
⇄
Portuguese
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
Ϊ
>>
Terms for subject
Labor law
(2823 entries)
"διπλό" σύστημα
sistema dual
Kύριος υπάλληλος γραφείου
Escriturário-principal
Yπάλληλος ταξινομήσεως
Agente arquivista
Yπάλληλος ταξινομήσεως
empregado de arquivo
oικovoμική μεταφoρώv
economia dos transportes
τα εμπόδια στην ελεύθερη κυκλοφορία των προσώπων
os obstáculos à livre circulação de pessoas
τα μέτρα αυτά δεν εμποδίζουν τη δυνατότητα εφαρμογής των διατάξεων
estas medidas não prejudicam a aplicabilidade das disposições
τα προσόντα που απαιτεί μια θέση εργασίας
exigências profissionais
ταμείο μισθών
fundo salarial
ταμείο σύνταξης
caixa de pensões
ταξινομητής ινών
apartador de lã
ταξινομητής κατεργασμένων δερμάτων
apartador-classificador-peles acabadas
ταξινόμος-αρχειοφύλακας
Agente arquivista
ταξινόμος-αρχειοφύλακας
empregado de arquivo
ταπετσέρης κτιρίων
colador de papel pintado
ταπετσιέρης επιπλώσεων
estofador
ταπετσιέρης οχημάτων
estofador de automóveis
ταπητουργός-υφαντής
tecelão de tapetes
τάση προς ατυχήματα
propensão para os acidentes
ταχύτητα τροφοδοσίας
taxa de entrada
Get short URL