DictionaryForumContacts

   
Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω Ϊ   >>
Terms for subject Sociology (135 entries)
"εξάτμιση" της πολιτικής ισότητας των φύλων gender policy evaporation
"σνιφάρισμα" sniffed up the nose
"σνιφάρισμα" snorting
L-ασκορβικό οξύ L-ascorbic acid
L-ασκορβικό οξύ vitamin C
Ταμείο εργατικών ατυχημάτων Accidents at Work Fund
Ταμείο Ευρωπαϊκής Βοήθειας προς τους Απόρους Fund for European Aid to the Most Deprived
ταμείο που δημιουργείται από εισφορές εργαζομένων και εργοδότη για όφελος των εργαζομένων cloth cap scheme
άτομο με αναπηρία disabled person
άτομο με αναπηρία handicapped person
άτομο με αναπηρία person with a disability
άτομο με αναπηρίες disabled person
άτομο με αναπηρίες person with a disability
άτομο με αναπηρίες handicapped person
άτομο με ειδικές ανάγκες disabled
άτομο με πρόβλημα ανάγνωσης εντύπων print-impaired person
άτομο με προβλήματα ανάγνωσης εντύπων print disabled
άτομο με προβλήματα ανάγνωσης εντύπων print-disabled person
ακουστική περιγραφή audio description
αλληλασφαλιστική εταιρία mutual company