DictionaryForumContacts

   
A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z Æ Ø Å É È Ê Ó Ò Â Ô Ü Á À   >>
Terms for subject Government, administration and public services (860 entries)
"Tjenstlig vurdering" (bedømmelse af lokalt ansatte) - BT φύλλο αξιολόγησης εργασίας (για τους τοπικούς υπαλλήλους)
administrativ rekurs αίτηση θεραπείας
administrator υπάλληλος διοικήσεως
ægtefælles alvorlige sygdom σοβαρή ασθένεια συζύγου
ægtefælles død θάνατος συζύγου
ændring af vedtægten αναθεώρηση του Κανονισμού Υπηρεσιακής Κατάστασης
ærerørig beskyldning εξύβριση, δυσφήμηση έργω ή λόγω
af tjenestlige grunde eller på grund af kravene om sikkerhed på arbejdspladsen λόγω αναγκών της υπηρεσίας ή απαιτήσεων των κανόνων ασφαλείας της εργασίας
Afdelingen for personaleudvikling Μονάδα ανάπτυξης του προσωπικού
afgive vidneforklaring for De Europæiske Fællesskabers Domstol καταθέτω ως μάρτυρας ενώπιον του Δικαστηρίου των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων
afregningskontor γραφείο εκκαθάρισης λογαριασμών
afrunde et beløb στρογγυλοποιώ ποσό
afskedsbegæring έγγραφο παραίτησης
afslå uden gyldig grund αποποιούμαι χωρίς βάσιμο λόγο
afspadsering άδεια αντισταθμιστικού χαρακτήρα
afspadsering ανάπαυση αντισταθμιστικού χαρακτήρα' αντισταθμιστική ανάπαυση
afstand pr. jernbane σιδηροδρομική απόσταση
afstemmingerne er hemmelige οι εκλογές διεξάγονται με μυστική ψηφοφορία
aftrappe over flere måneder καταβάλλω σε μηνιαίες δόσεις
aktivitetsbaseret forvaltning διαχείριση με βάση τις δραστηριότητες