DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
A B C D E F G H I JL M N O P Q R S TV W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   >>
Terms for subject Accounting (1346 entries)
abordagem de auditoria eficiente e eficaz αποδοτική και αποτελεσματική στρατηγική ελέγχου
aceites bancários επιταγές αποδοχής τράπεζας
ações com direito a dividendos μερισματούχες μετοχές
ações cotadas, excluindo ações de fundos de investimento μετοχές που έχουν εισαχθεί στο χρηματιστήριο
ações de capital μετοχές κεφαλαίου
ações de fundos de investimento μετοχές αμοιβαίων κεφαλαίων
ações e outras participações μετοχές και λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο
ações e outras participações excluindo ações de fundos de investimento μετοχές και λοιπές συμμετοχές σε κεφάλαιο, εκτός από μετοχές αμοιβαίων κεφαλαίων
ações gratuitas δωρεάν μετοχές
ações não cotadas μετοχές που δεν έχουν εισαχθεί σε χρηματιστήριο
ações não cotadas, excluindo participações em fundos de investimento μετοχές που δεν έχουν εισαχθεί σε χρηματιστήριο, εξαιρουμένων των μετοχών αμοιβαίων κεφαλαίων
ações redimidas μετοχές επικαρπίας
ações  μετοχές
acontecimento posterior (aos trabalhos de auditoria) μεταγενέστερα του ελέγχου συμβάντα
acontecimento que cria obrigações δεσμευτικό γεγονός
acontecimentos após a data do balanço γεγονότα μετά την ημερομηνία του ισολογισμού
acréscimos ao valor de ativos não-financeiros não produzidos προσθήκες στην αξία μη παραχθέντων μη χρηματοπιστωτικών περιουσιακών στοιχείων
actividade sujeita a auditoria ελεγχόμενη δραστηριότητα
activo fixo πάγια στοιχεία του ενεργητικού; πάγια στοιχεία; πάγιο κεφάλαιο; πάγιο ενεργητικό
activo imobilizado πάγια στοιχεία του ενεργητικού; πάγια στοιχεία; πάγιο κεφάλαιο; πάγιο ενεργητικό