DictionaryForumContacts

   Portuguese Greek
AC D E F GI J K L MO PR S TV W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À   >>
Terms for subject Business (201 entries)
"Small Business Act" para a Europa "Small Business Act" για την Ευρώπη
"Small Business Act" para a Europa Πράξη για τις μικρές επιχειρήσεις
acção com voto plural προνομιούχος μετοχή με πολλαπλή ψήφο
acesso ao financiamento πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις
acesso ao financiamento πρόσβαση στη χρηματοδότηση
activo ενεργητικό
administrador de falências σύνδικος
administrador-delegado Γενικός Διευθυντής
agência de notação de risco certificada πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
ANR certificada πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
associação temporária de empresas προσωρινή ένωση επιχειρήσεων
capacidade firme αμετάβλητη δυναμικότητα
capacidade firme εξασφαλισμένη δυναμικότητα
capacidades concorrentes ανταγωνιστικές δυναμικότητες
capitais próprios ίδια κεφάλαια
capitais próprios ίδιο κεφάλαιο
capitais próprios καθαρή λογιστική θέση
capital próprio καθαρή λογιστική θέση
capital próprio ίδιο κεφάλαιο
capital social e reservas καθαρή λογιστική θέση