Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W X Y Z Ç Á É Í Ó Ú Â Ê Ô Ã Õ À
>>
Terms for subject
Business
(201 entries)
"Small Business Act" para a Europa
"Small Business Act" για την Ευρώπη
"Small Business Act" para a Europa
Πράξη για τις μικρές επιχειρήσεις
acção com voto plural
προνομιούχος μετοχή με πολλαπλή ψήφο
acesso ao financiamento
πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις
acesso ao financiamento
πρόσβαση στη χρηματοδότηση
activo
ενεργητικό
administrador de falências
σύνδικος
administrador-delegado
Γενικός Διευθυντής
agência de notação de risco certificada
πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
ANR certificada
πιστοποιημένος οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας
associação temporária de empresas
προσωρινή ένωση επιχειρήσεων
capacidade firme
αμετάβλητη δυναμικότητα
capacidade firme
εξασφαλισμένη δυναμικότητα
capacidades concorrentes
ανταγωνιστικές δυναμικότητες
capitais próprios
ίδια κεφάλαια
capitais próprios
ίδιο κεφάλαιο
capitais próprios
καθαρή λογιστική θέση
capital próprio
καθαρή λογιστική θέση
capital próprio
ίδιο κεφάλαιο
capital social e reservas
καθαρή λογιστική θέση
Get short URL