Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
⇄
Arabic
Basque
Bulgarian
Catalan
Chinese
Croatian
Czech
Danish
Dutch
English
Estonian
Finnish
French
German
Greek
Hungarian
Irish
Italian
Japanese
Latin
Latvian
Lithuanian
Maltese
Norwegian Bokmål
Polish
Portuguese
Romanian
Russian
Serbian Latin
Slovak
Slovene
Spanish
Swedish
Turkish
Ukrainian
Vietnamese
A
B
C
D
E
F
G
H
I
J K
L
M
N
O
P
Q
R
S
T
U
V
W
X Y
Z
>>
Terms for subject
Banking
(228 entries)
a liberal "universal banking" model
μοντέλο της "τράπεζας πολλαπλών συναλλαγών"
(Universal Bank)
φιλελεύθερης έμπνευσης
account currency
νόμισμα λογαριασμού
account number portability
φορητότητα αριθμού τραπεζικού λογαριασμού
AL group
όμιλος ΣΡ
AL group manager
διαχειριστής ομίλου ΣΡ
AL group member
μέλος ομίλου ΣΡ
Alternative Standardised Approach
εναλλακτική τυποποιημένη προσέγγιση
ancillary system
επικουρικό σύστημα
automated teller machine
αυτόματη ταμειακή μηχανή
automated teller machine
αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή
automatic teller machine
αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή
automatic teller machine
αυτόματη ταμειακή μηχανή
aval
λογαριασμός οφειλών εγγυήσεως
aval
οφειλές από τριτεγγυήσεις
backup contingency payment
εφεδρική πληρωμή έκτακτης ανάγκης
backup lump sum payment
εφεδρική εφάπαξ πληρωμή
bank balance
πιστωτικό υπόλοιπο τραπεζικού λογαριασμού
bank commission
τραπεζικά έξοδα
bank note dispenser
μηχάνημα αυτόματης ανάληψης μετρητών
bank oversight
έλεγχος τραπεζών
Get short URL