DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
noun | adjective | to phrases
traviesa f
forestr. στρωτήρας (ξυλεία σιδηροδρόμου)
mech.eng. μπάρα ενίσχυσης
transp. εγκάρσια δοκός; ζυγός ποδωστηρίου
transp., met. στρωτήρ
traviesa adj.
mech.eng. τραβέρσα
transp. μπάρα ποδωστηρίου
transp., construct. διάζωμα; σύνθετη δοκός; διαδοκίδα
transp., met. στρωτήρας σιδηροδρομικών γραμμών
traviesas
: 124 phrases in 7 subjects
Agriculture2
Construction3
General1
Industry1
Metallurgy1
Natural sciences2
Transport114