DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
sucesión
 sucesión
fin. scient. χρονοσειρά
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| los
 Ello
med. αυτό; εκείνο
| trabajos
 trabajo
commun. βιβλιοεργασία
- only individual words found

to phrases
sucesión m
fin., scient. χρονοσειρά
law διαδοχή; διαδοχή αιτία θανάτου; κληρονομική διαδοχή
sucesión de
: 2 phrases in 1 subject
General2