DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
rizo m
tech., industr., construct. κατσάρωμα
rizos m
gen. θηλειές; κουμπότρυπες
rizo v
hobby, transp., nautic. μούδα
industr., construct. πετσετέ ύφασμα πλεκτό υφαδιού; τέρυ,θηλειωτό πλεκτό ύφασμα υφαδιού
tech., industr., construct. κουλούριασμα
transp. ανακύκλωση
rizar v
chem. κυρτώνω; σγουροποιώ
industr., construct. κατσαρώνω
riza v
earth.sc., geogr. ισχυρό παλιρροιακό ρεύμα
rizo
: 22 phrases in 6 subjects
Agriculture2
Electronics5
Fish farming pisciculture1
Industry6
Statistics1
Transport7