DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
reductor m
agric., mech.eng. συστολή
chem. αναγωγικό μέσο
el. μειωτήρας τάσης; μετασχηματιστής τάσης; ταπείνωση; υποβιβασμός
health. διάλυμα ελαττώσεως
mech.eng. βαρούλκο; μειωτήρας; ανυψωτικός μηχανισμός ανελκυστήρα
met. αναγωγικό μέσον
transp., avia., mech.eng. κύριο κιβώτιο οδοντωτών τροχών
reductores
: 117 phrases in 18 subjects
Agriculture4
Chemistry6
Communications1
Earth sciences10
Electronics19
Environment1
Finances2
General2
Industry3
Labor law1
Life sciences1
Mechanic engineering45
Medical1
Natural sciences2
Social science1
Sugar production1
Technology1
Transport16