DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
receptaculo m
nat.sc. ανθοδόχη άνθους (receptaculum, torus)
receptáculo m
agric. βάση ποδίσκου
industr., construct. θήκη
mech.eng. δοχείο μεταφοράς στοιχείου πυρηνικού καυσίμου
med. δεξαμενή
nat.sc. ανθοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus); ανθοδόχη ταξιανθίας (Receptaculum, receptaculum commune, torus); σπερμοδόχη (Receptaculum, receptaculum commune, torus)
nat.sc., agric. δοχείο; υποδοχέας
receptaculo
: 18 phrases in 4 subjects
Earth sciences1
Electronics4
Mechanic engineering8
Transport5