DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
prueba f
commun. διόρθωση; δοκίμιο
econ. απόδειξη
environ. δοκιμασία; δοκιμή; έλεγχος
hobby, commun. διαφημιστικό γραμματόσημο
IT εξέταση
law στοιχείο; αποδεικτικό μέσον
mater.sc. δοκιμασία συσκευασίας; έλεγχος συσκευασίας
math. πείραμα
 Spanish thesaurus
prueba f
law Cualquier hecho o evidencia que conduce a un fallo del tribunal
prueba W
: 3 phrases in 1 subject
Statistics3