DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
protección f
gen. θωράκιση
account. διασφαλίσεις
commun., el. λόγος προστασίας
comp., MS προστασία
earth.sc., mech.eng. προφυλακτήρας
el. ασφάλεια; μέτρα προστασίας; φύλαξη; οπλισμός
lab.law. προστατευτική πλάτη καθίσματος
med. προφύλαξη; απομόνωση; ιδρυματισμός
protección internacional f
immigr. διεθνής προστασία
protección parcial de
: 1 phrase in 1 subject
Environment1