DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
préstamo m
gen. δανεισμός
construct. πλευρική εκχωμάτωση δανεισμού
econ. δανειοδότηση
market. προκαταβολή ναύλου; δάνειο; πίστωση δανείου; προκαταβολή
transp., construct. δανειοθάλαμος
préstamo
: 317 phrases in 13 subjects
Agriculture2
Coal1
Communications24
Economy28
Environment2
Finances220
General12
Health care2
Insurance3
Law9
Marketing7
Transport4
Work flow3