DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
pozo m
gen. θερμό φρέαρ; πηγάδι
agric. χάσμα; χαβούζακν.
el. περιοχή εξαφάνισης φορτίων; αποδέκτης
industr., construct. διάστημα
transp. χαβούζα; κατάστρωμα χάσματος; κατάστρωμα χαβούζας
transp., construct. φρέαρ; οπή αναρτήσεως; άνοιγμα
pozos m
environ. φρέαρ; πηγάδι
pozo
: 301 phrase in 19 subjects
Agriculture14
Chemistry4
Coal27
Construction65
Earth sciences21
Economy1
Electronics13
Energy industry9
Environment13
General5
Industry12
Life sciences62
Materials science4
Mechanic engineering19
Metallurgy3
Natural sciences3
Oil / petroleum1
Technology4
Transport21