DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | adjective | verb | to phrases
plano n
gen. διάγραμμα χώρου
agric., chem. εξαλειμμένη
mater.sc., construct. σχέδιο
nat.sc., transp., avia. αεροδυναμικό σώμα
transp. επιπέδωση
plano adj.
agric., chem. επίπεδη
econ. χάρτης
el. επιπεδικό γράφημα
industr., construct. κακή σταύρωση
life.sc., transp. πορτολάνος
mater.sc., construct. σχεδιάγραμμα
mech.eng., el. στρώση
nat.sc., transp., avia. αεροτομή
scient., el. επίπεδο
tech. επίπεδη επιφάνεια
transp. θέση επιπέδωσης
transp., construct. ξύλινος πάσσαλος πεπλατυσμένος
planos adj.
environ. ειδικός χάρτης; χάρτης γεωγραφικός
mater.sc. σχέδια
plana adj.
agric. πλάνη
 Spanish thesaurus
PLANAN abbr.
abbr., Guatem. Proyecto Latinoamericano Niño a Niño
plano de conjunto
: 1 phrase in 1 subject
Natural sciences1