DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
piscifactoría f
agric. ιχθυοτροφείο; ενυδρείο
agric., fish.farm. ιχθυοτροφία; ιχθυοκαλλιέργεια; ιχθυοπαραγωγή
environ., agric. ιχθυοτροφική εκμετάλλευση; εκμετάλλευση
fish.farm. μονάδα ιχθυοκαλλιέργειας και οστρακοκαλλιέργειας
piscifactoria f
agric., fish.farm. υδατοκαλλιεργητική εκμετάλλευση; εκμετάλλευση; μovάδα υδατoκαλλιέργειας
piscifactoría
: 3 phrases in 2 subjects
Fish farming pisciculture2
Insurance1