dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
compromiso | |
fin. | προσφορά ανάληψης υποχρέωσης |
law | δέσμευση; υποχρέωση; προσύμφωνο; ρητή δέσμευση; συμφωνία |
med. | άρση απορρήτου |
polit. law | συμφωνία περί διαιτησίας |
compromisos | |
fin. | αναλήψεις υποχρεώσεων |
ofrecimiento de compromiso : 1 phrase in 1 subject |
Information technology | 1 |