Sign in
|
English
|
Terms of Use
Dictionary
Forum
Contacts
Spanish
⇄
Greek
G
o
o
g
l
e
|
Forvo
|
+
moción
|
de
dé
earth.sc.
ηλεκτρόδιο σχήματος D
|
orden
orden
comp., MS
πάγια εντολή
;
εντολή πληρωμής
environ.
εντολή
;
διαταγή
;
ένταλμα
;
παραγγελία
;
τάξη
law
κανονιστική απόφαση
;
λειτούργημα
- only individual words found
Get short URL
|
Language Selection Tips