DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
mandrino v
industr., construct., chem. Σωλήν σχηματοδοτήσεως
mandrinar v
mech.eng. λειαίνω εσωτερικά ένα κυκλικό άνοιγμα; διεύρυνση οπής
mandrinado v
industr., construct. διάνοιξη οπών με θερμό σίδηρο
mandrino
: 13 phrases in 4 subjects
Industry2
Materials science1
Mechanic engineering8
Metallurgy2