DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
máscara f
commun., IT επικάλυψη; συνάρτηση επιβάρυνσης
máscara v
commer., chem. μάσκαρα; παρασκεύασμα για τη βαφή των βλεφαρίδων
commun., IT τοπικός τελεστής
comp., MS μάσκα; εμφάνιση
el. μεταμφίεση
med. προσωπείο; προσωπίδα; προσωπίδα αναισθησίας
transp. μάσκα καπνού
máscara
: 171 phrases in 21 subjects
Agriculture8
Chemistry2
Coal2
Communications5
Earth sciences2
Electronics35
Food industry2
Forestry1
Health care6
Hobbies and pastimes2
Industry1
Information technology46
Labor law9
Law3
Materials science6
Mechanic engineering1
Medical19
Metallurgy1
Microsoft15
Technology2
Transport3