DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
litigio m
forestr. διαφωνία; αντιδικία; αντιπαράθεση
law διαφορά; δικαστική υπόθεση; νομική διαφορά; δίκη; δικαστικός αγώνας
law, lab.law. ένδικες διαφορές
 Spanish thesaurus
litigio m
law Una acción entre dos o más personas en los tribunales, no es un asunto penal; Un caso, controversia, o pleito
litigio
: 85 phrases in 9 subjects
Commerce1
Communications1
Construction1
Economy1
Finances2
General7
Law63
Patents3
Politics6