estancia | |
law | διαμονή |
law immigr. | διαμονή έως τρεις μήνες; διαμονή βραχύτερη των τριών μηνών; διαμονή για χρονικό διάστημα έως τρεις μήνες |
Trabajo | |
comp., MS | Εργασία |
trabajo | |
chem. | ανάδευση |
commun. | βιβλιοεργασία |
earth.sc. chem. | έργο |
econ. | εργασία |
irregular | |
industr. construct. | νήμα ανώμαλο |