DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

to phrases
indemnización m
gen. αποζημίωση για βλάβες; αποζημίωση για εργατικά ατυχήματα; αποζημίωση για επαγγελματικές ασθένειες
econ. αποκατάσταση της ζημίας
fin. αποζημιώσεις
insur., PR επιχορήγηση; επίδομα
law καταβολή αποζημίωσης; αποζημίωση
law, econ., lab.law. αντέγγραφο
indemnizaciones m
environ. χρηματική αποζημίωση; εγγύηση αποζημίωσης
law, environ. χρηματική αποζημίωση/εγγύηση αποζημίωσης
indemnizaciones seguro no vida m
account. απαιτήσεις ασφάλειες εκτός των ασφαλειών ζωή
indemnización de accidente
: 1 phrase in 1 subject
Law1