Spanish |
Portuguese |
hipertelorismo | |
med. | μη φυσιολογική υπέρμετρη απόσταση μεταξύ οργάνων ή τμημάτων |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
| |||
μη φυσιολογική υπέρμετρη απόσταση μεταξύ οργάνων ή τμημάτων (hypertelorismus) |
hipertelorismo : 2 phrases in 1 subject |
Medical | 2 |