DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
guardarropas m
gen. βεστιάριο
guardarropa m
construct. βεστιάριο; ιματιοφυλάκιο
mun.plan. κρεμάστρα
transp., mater.sc. κρεμαστό ερμάριο; κρεμαστό ντουλάπι
guardarropas
: 3 phrases in 1 subject
Industry3