DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
- only individual words found

noun | verb | to phrases
filtro m
construct. ντραίνο; στραγγιστήριο
filtros m
environ. φίλτρο; ηθμός
filtro v
agric., industr. φίλτρο τσιγάρου
construct. ζώνη φίλτρου; στραγγιστικός αγωγός; φίλτρο πηγαδιού
earth.sc., industr., construct. κάλυμμα οθόνης
environ. φίλτρο σκόνης
environ., mech.eng. στοιχείο φίλτρου
IT πανώ φίλτρου
stat. φίλτρο
tech., el. Φίλτρο κυμάτων; φίλτρο κυματορεύματος
transp., mech.eng. διηθητήριο διάφραγμα; σουρωτήρι; στραγγιστήρι; τρυπητό
filtrado v
agric. διήθηση
commun. εξομάλυνση; φίλτρο εξομάλυνσης
el. φιλτράρισμα
med. διήθημα
filtrar v
comp., MS φιλτράρισμα
forestr. διεισδύω
filtro frecuencias v
el. φίλτρο
filtro de
: 421 phrases in 26 subjects
Agriculture18
Chemistry16
Commerce1
Communications46
Construction4
Earth sciences33
Electronics106
Environment24
Food industry2
Forestry3
General6
Health care6
Hobbies and pastimes1
Industry6
Information technology22
Labor law2
Mechanic engineering41
Medical11
Metallurgy3
Microsoft9
Municipal planning13
Natural sciences6
Physical sciences1
Statistics1
Technology19
Transport21