estación de seguimiento | |
gen. | σταθμός ανίχνευσης |
telemetría | |
environ. | τηλεμετρία |
control | |
gen. | συστηματική παρακολούθηση,συνεχής παρακολούθηση; συνεχής παρατήρηση,συνεχής επαγρύπνιση,συνεχής παρακολούθηση |
comp., MS | δείκτης κύλισης |
environ. | έλεγχος/ρύθμιση/χειρισμός/χειριστήριο/επαλήθευση |
IT | επαλήθευση |
law | διαδικασία ελέγχου με κτύπημα κάρτας |
mater.sc. | παρακολούθηση |
math. | έλεγχος |
| |||
σταθμός ανίχνευσης |
estación de seguimiento : 2 phrases in 1 subject |
Environment | 2 |