DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
enganche
 enganchado
industr. construct. όδευση του ιστού
 enganchar
agric. ζεύω
mech.eng. αγκιστρώνω
 enganche
commun. κατάληψη
industr. construct. ρεμαγιάρισμα; πέρασμα
IT transp. σύμπλεξη
mech.eng. el. επίτευξη συγχρονισμού
con | revestimiento
 revestimientos
environ. επικάλυψη
| de
 dé
earth.sc. ηλεκτρόδιο σχήματος D
| oro
 oro
food.ind. chem. Ε175
- only individual words found

to phrases
enganche v
commun. κατάληψη
industr., construct. ρεμαγιάρισμα; πέρασμα
IT, transp. σύμπλεξη
mech.eng., el. επίτευξη συγχρονισμού
transp. ζευγνύω; συνδέω; παράλληλη ζεύξη μιας σύγχρονης μηχανής
transp., mil., grnd.forc., mech.eng. ζεύξις; σύνδεση
enganchar v
agric. ζεύω; ζεύγνυμι
mech.eng. αγκιστρώνω
enganchado v
industr., construct. όδευση του ιστού
enganche con revestimiento
: 1 phrase in 1 subject
Health care1