DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
empresa
 empresa
econ. επιχείρηση; εργολάβος
 empresas
account. εταιρείες
| en
 en
IT dat.proc. εν
| participación
 participación
econ. εταιρική συμμετοχή
- only individual words found

to phrases
empresas f
account. εταιρείες
environ. επιχείρηση; κερδοσκοπική δραστηριότητα; κλάδος; επιχειρήσεις; επιχείρηση/κερδοσκοπική δραστηριότητα/κλάδος
empresa f
econ. επιχείρηση; εργολάβος
empresa en participación
: 4 phrases in 2 subjects
Business2
Marketing2