elemento | |
commun. | οντότητα |
comp., MS | στοιχείο |
IT | Στοιχείο δεδομένων |
nat.sc. agric. | κύτταρον ξύλου |
tech. | αντικείμενο; είδος; θέμα; κομμάτι |
dé | |
earth.sc. | ηλεκτρόδιο σχήματος D |
Sistema | |
comp., MS | Σύστημα |
| |||
οντότητα | |||
στοιχείο | |||
Στοιχείο δεδομένων | |||
κύτταρον ξύλου | |||
αντικείμενο; είδος; θέμα; κομμάτι | |||
δομικό τμήμα; τμήμα; φέρον στοιχείο |
elemento de : 153 phrases in 28 subjects |