DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
noun | verb | to phrases
dragados n
environ. βυθοκόρηση
dragado v
econ. βυθοκόρηση
met. αφαίρεση λάσπης
tech. ναρκαλίευση
draga v
fish.farm. δράγα σκάφους; δράγα συρόμενη από σκάφος ; δράγα σκάφους
met. εκσκαφέας
transp., nautic. βυθοκόρος; πλοίο-βυθοκόρος
dragó v
fish.farm. σκαρμός (Synodus saurus)
dragado
: 28 phrases in 12 subjects
Agriculture2
Coal1
Construction1
Earth sciences1
Environment6
Fish farming pisciculture1
General2
Hobbies and pastimes3
Industry1
Life sciences1
Mechanic engineering3
Transport6