DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
dispositivo
 Dispositivos
comp., MS Συσκευές
 dispositivo
comp., MS συσκευή
earth.sc. mech.eng. διάταξη
environ. el. ηλεκτρονικό εξάρτημα; ηλεκτρονικό στοιχείο
labor.org. industr. μηχανισμός
| para
 para
med. προς
 parar
transp. εξελέγχω
 paro
econ. ανεργία
el | almacenamiento
 almacenamiento
econ. αποθεματοποίηση
y | la
 Ello
med. αυτό
| recuperación
 recuperación
environ. ανάκτηση
- only individual words found

noun | adjective | to phrases
dispositivo m
environ., el. ηλεκτρονικό εξάρτημα
labor.org., industr. μηχανισμός m
law μηχάνημα f
dispositivo adj.
comp., MS συσκευή
earth.sc., mech.eng. διάταξη
environ., el. ηλεκτρονικό στοιχείο
Dispositivos adj.
comp., MS Συσκευές
dispositivo para el
: 1 phrase in 1 subject
Transport1