DictionaryForumContacts

   Spanish Greek
Google | Forvo | +
desvanecimiento
 desvanecimiento
commun. el. διάλειψη σημάτων; αυξομείωση; διάλειψη
| debido
 debe
account. χρέωση
| a
 a
comp., MS μέσος
| la
 Ello
med. αυτό; εκείνο
absorción
- only individual words found

to phrases
desvanecimiento m
commun., el. διάλειψη σημάτων; αυξομείωση; διάλειψη
el. εξασθένηση
desvanecimiento debido a la
: 2 phrases in 1 subject
Electronics2