DictionaryForumContacts

   Spanish
Google | Forvo | +
to phrases
deslastre v
energ.ind. σκόπιμη διακοπή φορτίων; απόρριψη φορτίου; αποφόρτιση; μείωση φορτίου
transp. αφερματισμός; ξεσαβούρωμα; αφερμάτισμα
deslastrado v
transp. αφερματισμός; αφερμάτισμα; ξεσαβούρωμα
deslastre
: 3 phrases in 3 subjects
Earth sciences1
Energy industry1
Transport1